Share

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Ηλίας Σταμπολιάδης - Η Αχίλλειος πτέρνα του πολιτικού μας συστήματος

Οι ευθύνες του καθενός μας

Η Αχίλλειος πτέρνα του σημερινού διεφθαρμένου πολιτικού μας συστήματος είναι η Προεδρεία της Δημοκρατίας. Από τη μία πλευρά, πρέπει να λειτουργεί ως ο σύνδεσμος συνοχής και ελέγχου του πολιτικού συστήματος από την άλλη όμως, δεν έχει την ισχύ να προστατεύσει το Σύνταγμα και τα ιδανικά που με βάση αυτό είναι ταγμένη να υπερασπίζεται.
Ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όχι μόνο εκλέγεται από το ίδιο το πολιτικό σύστημα, το οποίο είναι εντεταλμένος να ελέγχει με βάση το Σύνταγμα, αλλά προέρχεται από αυτό όντας βαθειά επηρεασμένος από τη νοοτροπία της κομματικής εξάρτησης και ανοχής. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε ότι το κομματικό σύστημα με τις συνεχείς αναθεωρήσεις έχει υποβαθμίσει τις εξουσίες που παρέχονται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τον έλεγχο λειτουργίας του κομματικού πολιτικού συστήματος, που σιγά-σιγά έχει μεταπέσει σε κομματική δικτατορία.
Σήμερα στην Ελλάδα εξελίσσεται μία άνευ προηγουμένου προδοσία όχι μόνο στα οικονομικά θέματα, αλλά ακόμη στην εφαρμογή της Δημοκρατίας, στην εξασφάλιση της εθνικής ανεξαρτησίας αλλά κυρίως στη διατήρηση της πολιτιστικής, ιστορικής ακόμη και γλωσσικής παράδοσης του έθνους αφαιρώντας του τη δυνατότητα αντίστασης στα επερχόμενα δεινά.
Υπό το βάρος των ανωτέρω κινδύνων που διατρέχει το έθνος,  ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σαν ουσιαστικός φορέας προστασίας και όχι σαν νομικώς αδύνατος υπεύθυνος της απειλούμενης εθνικής ανεξαρτησίας, της καταρρακωμένης εθνικής υπερηφάνειας, της διεφθαρμένης δικαιοσύνης, της απειλουμένης ευμάρειας, της ανέλπιδος ανάπτυξης, του παρακμάζοντος πολιτισμού του και της διαφαινόμενης  απειλής ακόμη και της βιολογικής του συνέχειας μέσα σε ένα κόσμο εκμετάλλευσης και  αφανισμού των αδυνάτων εθνών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει, παρά τις όποιες νομικές αδυναμίες  του καταρρακωμένου συντάγματος, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντισταθεί στην εξελισσόμενη εθνική προδοσία με διάγγελμα στον Ελληνικό λαό ακόμη και με την παραίτηση του εάν χρειασθεί.
Μία τέτοια ενέργεια του θα αναγκάσει το διεφθαρμένο σύστημα της κομματικής δικτατορίας να καταρρεύσει υπέρ μίας Συνταγματικής Εθνοσυνέλευσης επιφορτισμένης με την αναδόμηση του Συντάγματος, την ανεξαρτητοποίηση του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον κομματικό μηχανισμό και τον καθορισμό των αρχών για ένα πραγματικά δημοκρατικό πολίτευμα που, να ελαχιστοποιεί τις εξαρτήσεις, να δίνει ίσες ευκαιρίες, να εξασφαλίζει ουσιαστική ελευθερία, να καλλιεργεί την αναζήτηση της αλήθειας, να συμβάλει στην εθνική συνοχή ενάντια στον ατομοκεντρισμό και να εξασφαλίζει την βιολογική, ιστορική και πολιτιστική ιδιαιτερότητα του έθνους σε ένα κόσμο εξελισσόμενης παραφροσύνης.
Η Ελλάδα ευρίσκεται υπό άμεσο κίνδυνο και κάποιος πρέπει  να την προστατεύσει. Εάν οι θεσμοθετημένες  Αρχές  δεν είναι σε θέση να το πράξουν τότε η ευθύνη μεταπίπτει άμεσα στον ίδιο το λαό, σε εμένα, σε εσένα, σε όλους μας. Το επιτάσσει το ίδιο το Σύνταγμα.

Ηλίας Σταμπολιάδης   
Καθηγητής, Πολυτεχνείο Κρήτης                                                                              elistach@mred.tuc.gr                                                  

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

ΓΑΙΝΝΑΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ- Πώς να αλλάξουμε τη ρότα;

Ημερομηνία δημοσίευσης: 25 Οκτωβρίου 2010

Σε ποια χέρια βρίσκεται η χρεοκοπημένη οικονομία της χώρας, ποιος διαχειρίζεται την ελπίδα ανάκαμψης, την προσπάθεια εξόδου από τη δεδομένη, μη διακηρυγμένη πτώχευση; Η τηλεοπτική εμφάνιση του υπουργού Οικονομίας, τη Δευτέρα 11 Οκτωβρίου στους «Νέους Φακέλους», έθετε το ερώτημα με αγχώδη ένταση.
Εικόνα αιφνιδιασμένου μαθητή σε προφορική εξέταση, πολύ μέτριου μαθητή. Που χάνει τα λόγια του, απαντάει άλλα αντ’ άλλων. Ταραγμένος, κομπιάζοντας, ενοχλημένος που εκτίθεται δημόσια. Ανίκανος έστω να υπεκφύγει, να αποφύγει με ετοιμόλογη δεξιότητα την αποκάλυψη των αδυναμιών του.
Εικόνα, περισσότερο, μικρομεσαίου κομματικού στελέχους σε επαρχιακή (πολύ επαρχιακή) οργάνωση «βάσης». Και επιστράτευε ύφος υπουργικής αυτονόητης υπεροχής, σε κωμική αντίθεση προς τη χαλαρή, ήρεμη βεβαιότητα των διάσημων στον διθενή στίβο συνομιλητών του. Δεν καταλάβαινε ότι έτσι ανέδειχνε απροκάλυπτα συμπλεγματική τη συμπεριφορά του.
Εικόνα, προπαντός, θλιβερής ανθρώπινης αλλοτρίωσης: Ατομο καταξιωμένο με δημόσιες ευθύνες, τιμές, προβολή, όμως ανίκανο να συζητήσει πρόβλημα, να παραδεχθεί πρόβλημα, να αποπαγιδευτεί από τη μονότροπη κομματική απολογητική.
Αδύνατο να αναμετρηθεί με ερωτήματα, να συγκροτήσει επιχείρημα, να τεκμηριώσει τον λόγο του. Πάλευε σπασμωδικά μόνο να υπερασπίσει την κυβέρνηση με παιδαριώδεις γενικολογίες, επαναλήψεις, πάλι και πάλι, λαϊκίστικων στερεοτύπων: «Εχουμε κάνει βήματα, δεν έχουν γίνει όλα». Και την ευθύνη για όλα, ολόκληρη, την έχουν οι κομματικοί του αντίπαλοι.
Απέναντί του τα δύο σαΐνια, οι Αμερικανοί οικονομολόγοι – άκρως διακριτικοί στην ευγενική τους συγκατάβαση γι’ αυτόν τον υπουργό Οικονομικών που έμοιαζε να σκέπτεται με κασέτα παραταξιακής πειθαρχίας. Ισως να είχαν υποθέσει ότι η συζήτηση με στέλεχος κόμματος «σοσιαλιστικού» θα τους στρίμωχνε σε απαιτήσεις για προτεραιότητες κοινωνικού κράτους, σχέσεων κοινωνίας, στόχων κοινωνικής συνοχής. Ενώ αυτός, αξιολύπητος, χτυπιόταν για να αποδείξει ότι η κυβέρνησή του είναι συνεπέστατα πειθαρχημένη στις εντολές των επιτρόπων της «ελεύθερης αγοράς». Η φυσιογνωμική έκφραση των συνομιλητών του πρόδιδε, μαζί με τη συγκατάβαση, και απορία: Πειθαρχικότερον υπήκοο και θιασώστη του αχαλίνωτου καπιταλισμού από αυτόν τον «σοσιαλιστή» υπουργό, δύσκολα θα μπορούσαν να φανταστούν.
Σίγουρα, ένα κρίσιμο για το εκλογικό αποτέλεσμα ποσοστό ψηφοφόρων στην Ελλάδα δεν αντιλαμβάνεται ούτε την κραυγαλέα ανεπάρκεια του πρωτόπειρου υπουργού Οικονομικών ούτε την αντίφαση κόμματος «σοσιαλιστικού» να ασκεί πολιτική αχαλίνωτου καπιταλισμού. Καταπίνουν οι ψηφοφόροι απερίσκεπτα τη δικαιολογία ότι «δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, μια χρεοκοπημένη χώρα, έρμαιο των δανειστών της, είναι αναπότρεπτα υπόδουλη στους όρους που επιβάλλει το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα».
Σαθρή η δικαιολογία. Δεν χρεοκόπησε η χώρα από το κόστος του κοινωνικού κράτους, δεν «τα φάγαμε όλοι μαζί», όπως θέλει να υποκρίνεται ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Η χώρα πνίγηκε στον υπέρμετρο δανεισμό που αποτόλμησαν αμοραλιστές πολιτικοί, για να εξαγοράσουν με εξωφρενικές παροχές και διορισμούς την ψήφο των πολιτών, την κραιπαλική ηδονή της εξουσίας. Το κράτος πτώχευσε, γιατί η οικονομία του καταληστεύθηκε διαδοχικά από το πράσινο, το γαλάζιο, πάλι από το πράσινο και πάλι από το γαλάζιο κομματικό κράτος. Αν το «σοσιαλιστικό» κόμμα ήθελε να πάψει να εμπαίζει την ελληνική κοινωνία με τον τίτλο του, μπορούσε να αποστασιοποιηθεί τίμια από την κλεπτοκρατία: Να διαλύσει το πράσινο κομματικό κράτος, το παρακράτος των πρασινοφρουρών και να ξαναστήσει στη χώρα θεσμούς κοινωνικού κράτους.
Να θεσμοθετήσει χωρισμό του κράτους από την κυβέρνηση, την κάθε κυβέρνηση, να αυτονομηθεί η κρατική λειτουργία από την κομματική ιδιοτέλεια, να εφαρμόζουν οι κρατικοί λειτουργοί το ξεχωριστό κάθε κυβέρνησης πολιτικό πρόγραμμα, αλλά για να υπηρετήσουν την κοινωνία, όχι την επανεκλογή του κυβερνώντος κόμματος. Και αυτή η (αυτονόητη στη δημοκρατία) κοινωνικοποίηση του κράτους να εξασφαλιστεί με θεσμικές εγγυήσεις αξιοκρατίας, καταξίωσης της ανθρώπινης ποιότητας, της δημιουργικότητας, της άμιλλας.
Ποιος εμπόδισε το «σοσιαλιστικό» κόμμα να είναι συνεπές με τις επαγγελίες του τίτλου του; Ποιος εμπόδισε το αντίπαλο στη διεκδίκηση της εξουσίας κόμμα να φιλοδοξήσει ταυτότητα και επωνυμία κόμματος «λαϊκού»; Η χρεοκοπία και ο διεθνής εξευτελισμός της Ελλάδας σήμερα έχει μία και μοναδική αιτία, ολοφάνερη και αδιαμφισβήτητη: την υποκατάσταση του κράτους από το κομματικό κράτος, την υποταγή της κοινωνίας στον ζυγό της κομματοκρατίας.
Αναπόφευκτα τραυλίζει ή γενικολογεί ανόητα ο υπουργός Οικονομίας αντιμέτωπος με τα ερωτήματα του Αλέξη Παπαχελά. «Πώς ξαναβάζουμε τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης»; Μα είναι περισσότερο από φανερό ότι τον υπουργό Οικονομίας και τον προκλητικής ανεπάρκειας πρωθυπουργό του δεν τους ενδιαφέρει η χώρα και η επανεύρεση αναπτυξιακής δυναμικής. Το μόνο που τους κόφτει είναι να περισώσουν αταλάντευτη, ακόμα και μέσα στην καταστροφή, την κομματοκρατία, να κερδίσει χρόνο εξουσίας η συντεχνία τους. Η καταιγιστική κενολογία προπαγάνδας, η μικρονοϊκή αυθυπεράσπιση που ακατάπαυστα αναμηρυκάζουν (από τα κατακίτρινης δημοσιογραφίας κρατικά κανάλια) αυτό βεβαιώνει.
Για να βάλουμε τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης πρέπει να υπάρχει κράτος που να λειτουργεί. Για να λειτουργήσει το κράτος πρέπει να παταχθεί θεσμικά ο βιασμός του κοινωνικού σώματος από τον ασύδοτο συνδικαλισμό. Και τότε να οργανωθεί τεκμηριωμένα απροκατάληπτη αξιολογική κρίση της δημοσιοϋπαλληλίας. Με απολύσεις των περιττών, των ανίκανων, των φαύλων. Αλλά και επιτελικά σχεδιασμένη, με καθολική κοινωνική συνέγερση συντονισμένη, τη θετική, αναπτυξιακή απορρόφηση του σοκ των απολύσεων. Υπάρχουν στρατηγικές για τέτοια απορρόφηση, υπάρχουν και μυαλά για να τις οργανώσουν. Η ανασύνταξη του κράτους είναι αντιφατικό να επιδιωχθεί με άγονες θυσίες, με ευνουχισμό της δημιουργικότητας πλήθους ανθρώπων.
Επειδή τα κόμματα ταύτισαν τον διορισμό με το ρουσφέτι, ταυτίστηκε και η απόλυση με τον διωγμό, την τιμωρία. Αλλά το να λειτουργήσει παραγωγικά το κράτος με σωστή στελέχωση θα είναι για όλους μέγα καλό, ζωτική κοινωνική κατάκτηση. Και αυτή την κατάκτηση είναι αδύνατο να την καταλάβουν, να τη σχεδιάσουν, να την πραγματοποιήσουν τα κόμματα του σημερινού φαύλου πολιτικού συστήματος.
Λύση που να απελευθερώνει τη χώρα από την κομματοκρατία, δηλαδή την τυραννία και την υπανάπτυξη, μπορούμε να βρούμε; Κάποτε απειλή για τη δημοκρατία ήταν η αυθαιρεσία του λοχία. Τώρα την κατάλυση της δημοκρατίας τη σαρκώνουν τα κόμματα. Ποια είναι η λύση;

Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Χρῆστος Γιανναρᾶς - "Τα φάγαμε όλοι μαζί ''

Ημερομηνία δημοσίευσης: 18 Οκτωβρίου 2010

Ακόμα και ο πιο στυγνός κυνισμός, η ιταμότητα, έχει όρια. Μόνο η θρασύτητα του κομματικού αμοραλισμού δεν έχει. Είναι αχαλίνωτη. Το αποδείχνει η φράση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, η «ερμηνεία» του για την οικονομική χρεοκοπία της χώρας: «Τα φάγαμε όλοι μαζί (κυβερνώντες και κυβερνώμενοι), σας διορίζαμε για χρόνια»! Σίγουρα το ΠΑΣΟΚ δεν είναι απλώς κόμμα, είναι κοινωνικό σύμπτωμα. Δημιούργησε ανθρωπολογικό τύπο.
Με δεδομένη την καταλήστευση του κοινωνικού χρήματος από το κομματικό κράτος, την επιτροπεία που επέβαλαν στη χώρα οι δανειστές της, χαμένη την εθνική κυριαρχία (το ομολόγησε ευήθως ο πρωθυπουργός), οι αυτουργοί του εγκλήματος θέλουν να μας πείσουν ότι είμαστε συνένοχοι. Ναι, από τα πιο ύπουλα τεχνάσματα κάθε απανθρωπίας είναι η προσπάθεια να ενοχοποιηθεί το θύμα. Και για λόγους δυσεξήγητων ψυχολογικών διεργασιών το θύμα είναι συνήθως ευεπίφορο στην ενοχοποίηση. Το ξέρουν οι αετονύχηδες της ιδιοτέλειας κομματάνθρωποι, από καταβολής ελλαδικού κράτους.
Εχουν αλλοτριώσει συνειδητά και από πρόθεση την αντιπροσωπευτική δημοκρατία σε σύστημα πελατειακών σχέσεων: εξαγοράζουν ψήφους (δηλαδή συνειδήσεις) αντιπαρέχοντας διορισμούς στο Δημόσιο. Κάθε κόμμα εξασφαλίζει τα «δικά του παιδιά» σε απίστευτους αριθμούς – ξέφρενο και διαρκές όργιο γιγαντισμού του κράτους. Και όταν η οικονομία καταρρέει γιατί δεν αντέχει να συντηρεί στρατιές αργόσχολης δημοσιοϋπαλληλίας, τότε επιστρατεύεται το τέχνασμα της ενοχοποίησης των θυμάτων: Μισή ενοχή δική μας, μισή δική σας, «τα φάγαμε μαζί».
Λογική και αντανακλαστικά μαστροπών: Προσφέρουν δόλωμα την αμειβόμενη με χρήμα ακολασία (προάγουν σε ακολασία) και στη συνέχεια λοιδορούν και προπηλακίζουν το θύμα για εκπόρνευση, διαφθορά, εκμαυλισμό. Θέλουν να αγνοούν ότι ο ρόλος που οι πολίτες αναθέτουν στον πολιτικό είναι να διακονεί (να «υπουργεί») τις κοινές ανάγκες, όχι να εκμαυλίζει ψηφοφόρους, εξαγοράζοντας την ψήφο τους για τη δική του εξουσιολαγνεία. Είναι φυσικά εύκολο να μεταβάλλεις τον πολίτη σε πελάτη: η φύση του ανθρώπου ρέπει στην ιδιοτέλεια, η ανάγκη για εξασφάλιση, για σιγουριά, είναι ορμή ενστικτώδης, αδυσώπητη, ανταποκρίνεται αντανακλαστικά στο δόλωμα του ρουσφετιού.
Γι’ αυτό η εξουσία είχε πάντοτε αυτονόητα και παιδαγωγικό χαρακτήρα, υπηρετούσε το κοινωνικό γεγονός, το άθλημα των σχέσεων, της συνύπαρξης, όχι τη θωράκιση ατομικών συμφερόντων.
Η φράση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης «μαζί τα φάγαμε» δικαιολογεί και νομιμοποιεί την πιο αδίστακτη αντικοινωνική συμπεριφορά της εξουσίας, παραπέμπει στην εκφραστική μαστροπών, στην απανθρωπία της αδιαφορίας για κάθε λογική κοινωνικού υπουργήματος. Δεν συμβιβάζεται με πολιτικό αξίωμα, με την τιμή της διακονίας ελπίδων και στόχων του λαού, διαχείρισης της εμπιστοσύνης του. Αλλά το κρίσιμο ερώτημα είναι: πότε επιτέλους θα αφυπνισθεί σε στοιχειώδεις επιγνώσεις αυτός ο λαός, πότε θα συνειδητοποιήσει ότι είναι μόνο θύμα, όχι συνεργός των φαυλεπίφαυλων επαγγελματιών της εξουσίας.
Πότε θα απαιτήσει καινούργιο Σύνταγμα, θεσμική απελευθέρωση από τον ζυγό της κομματοκρατίας.
Η οικονομία βυθίζεται όλο και πιο αδιέξοδα στην ύφεση, οι στρατιές των απελπισμένων ανέργων πληθύνονται καθημερινά, η παραγωγή μειώνεται δραματικά, η αγορά φθίνει, τα καταστήματα κλείνουν με πρόοδο γεωμετρική που, κυριολεκτικά, πανικοβάλλει. Ομως τα δύο κόμματα εξουσίας έχουν, ολοφάνερα, πρώτο τους μέλημα τις επερχόμενες εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης. Ο πρωθυπουργός επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια τετριμμένα στερεότυπα για τα εγκλήματα της Ν.Δ., με τόσο φτηνιάρικη εμπάθεια και τόσο κραυγαλέα μονομέρεια, που τελικά μάλλον αμβλύνει τη λαϊκή οργή για τους αντιπάλους του, τη μεταστρέφει σε αηδία και απέχθεια για τη δική του μικροϊνική ρητορική. Πολιτικό λόγο σε τόσο χαμηλό διανοητικό και γλωσσικό επίπεδο ίσως δεν είχε ακούσει ποτέ άλλοτε στην παρακμιακή της κατρακύλα η ελληνική κοινωνία.
Και η άκρα ευτέλεια του πρωθυπουργικού λόγου επιβάλλεται ως κεντρικό θέμα κάθε Δελτίου Ειδήσεων (καταλαμβάνει τα δύο τρία περίπου του συνολικού τηλεοπτικού χρόνου) στα κρατικά κανάλια. Απαντάει ο εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με ανάλογου επιπέδου ευφυολογήματα, ώστε ο απελπισμός του κάποιας νοημοσύνης πολίτη να ολοκληρώνεται τεκμηριωμένα. Σίγουρα υπάρχει ενοχή της ελλαδικής κοινωνίας γι’ αυτό το ανατριχιαστικό κατάντημα. Οχι επειδή «τα έφαγε μαζί» με τις κομματικές συντεχνίες της κλεπτοκρατίας, αλλά επειδή δεν προσβάλλεται από το κρετινικό τους επίπεδο, δεν αντιδρά, είναι έτοιμη να ψηφίσει και πάλι τους επίσημους εγκαθέτους της κλεπτοκρατίας (ή τους ευνοουμένους της) στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Το συνετό (σοφό θα έλεγα) κομμάτι του ελλαδικού πληθυσμού (ελάχιστο αριθμητικά, αλλά όχι ευκαταφρόνητο σε δυναμική επιρροής) δεν ψηφίζει ιδεολογικές ετικέτες, ψηφίζει πρόσωπα. Στην πρόκριση προσώπων, στην αξιολόγηση προσώπων, στην εμπιστοσύνη σε πρόσωπα απηχείται ελληνική ιδιαιτερότητα αιώνων: εθισμοί στην ευθύνη της ελευθερίας, όχι πειθάρχηση σε αυθεντίες «ορθής» ιδεολογίας και «αποτελεσματικής» ηθικής. Ετσι, το συνετό κομμάτι της ελλαδικής κοινωνίας θα ήταν μάλλον έτοιμο να ευνοήσει τη μετάθεση εμπιστοσύνης από τον μειονεκτικό γόνο των Παπανδρέου στον Αντώνη Σαμαρά: Εστω και μόνο για το κουράγιο του να αντιπαλέψει επί χρόνια τη μητσοτακική παραλλαγή του παπανδρεϊσμού και παρά τη συμπόρευσή του με τον ύστερο, τον ανεκδιήγητης ανικανότητας, καραμανλισμό.
Με άλλα λόγια: το εκλογικά (και σοφά) περιφερόμενο κομμάτι της ελλαδικής κοινωνίας, οι πολίτες που κάθε φορά κρίνουν και ψηφίζουν το μη χείρον, θα ήταν μάλλον έτοιμοι να δώσουν και στον Α. Σαμαρά ιστορική ευκαιρία, να του εμπιστευθούν την παλιγγενεσία της πατρίδας, έστω λίγους μόνο μήνες μετά το καραμανλικό (του βραχέος) φιάσκο. Αρκεί να είχαν πειστήρια για την τόλμη του να διακινδυνεύσει ριζικές αλλαγές. Και τα πειστήρια θα ήσαν δύο: Αν μιλούσε «άλλη» γλώσσα. Και αν έβαζε βαθιά, αμείλικτα το μαχαίρι στο σαπισμένο από χρόνια κόμμα της Ν.Δ.
Δεν θα ήταν κάτι απλό να μιλούσε «άλλη» γλώσσα ο Α. Σαμαράς. «Αλλη» γλώσσα θα σήμαινε άλλη θέα της πραγματικότητας από αυτήν που έχει σήμερα, άλλη νοο-τροπία (τρόπο του νοείν), άλλες ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων, άλλες κοινωνικές στοχεύσεις, άλλη αίσθηση της ελληνικότητας, άλλη εκδοχή της πολιτικής. Και από όλες αυτές τις κατακτημένες διαφορετικότητες θα προέκυπτε άλλο λεξιλόγιο, άλλη εκφραστική, άλλη φυσιογνωμική σημειολογία. Σήμερα ο Α. Σαμαράς είναι για την ελλαδική πολιτική σκηνή «μία από τα ίδια», διότι τίποτε από τα όσα προϋποθέτει μια «άλλη» γλώσσα δεν μοιάζει να το διαθέτει.
Το τι σημαίνει «βαθιά το μαχαίρι στο σάπιο κόμμα», είναι προφανέστερο. Ο Α.Σ. δεν τόλμησε να αποκόψει θαρραλέα ούτε τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις ανίκανων, διεφθαρμένων, μαΐστρων της φαυλότητας. Πληρώνει γραμμάτια υποχρέωσης σε υποστηρικτές της αρχηγικής εκλογής του και όσες αλλαγές τόλμησε σε διευθυντικές κομματικές θέσεις, μοιάζει απλώς να μετέβαλαν τις ισορροπίες του παραγοντισμού (όχι και τη λογική του παραγοντισμού) στη λειτουργία του κόμματος. Τα κριτήριά του για την αξιολόγηση της ανθρώπινης ποιότητας είναι εντελώς απογοητευτικά στην περίπτωση των υποψηφίων που ευνόησε για τις εκλογές αυτοδιοίκησης – ο εξοργιστικά αποτυχημένος στην πρώτη του θητεία δήμαρχος Αθηναίων, οι προσβλητικές της αξιοπρέπειας παρουσίες στο ψηφοδέλτιό του, ο ανύπαρκτος στον κοινωνικό στίβο υποψήφιος περιφερειάρχης Αττικής, και πάει λέγοντας.
Στον ορίζοντα δεν υπάρχει δυνατότητα για τιμωρό απάντηση στην ιταμότητα που μας καθιστά όλους συνένοχους της κλεπτοκρατίας.

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Βακαλιός Θανάσης-Η ΑΝΑΓΚΗ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ ΓΙΑ ΑΥΤΟΠΡΑΓΜΑΤΩΣΗ

Δημοσιεύτηκε στο Ο κόσμος του Επενδυτή στο ένθετο περιοδικό  Culture (2/10/2010) με τον τίτλο Η ευαισθησία δεν είναι "χρέος".  Χαρισμένο από το συγγραφέα στον εκδότη του παρόντος Blog.


Τελειώνοντας τη συγγραφή του βιβλίου μου Το πρόβλημα της ταυτότητας του ανθρώπου (εκδόσεις Ψηφίδα, 2004) είχαν κατασταλάξει μέσα μου κάποια κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με το πρόβλημα των ανθρώπινων αναγκών, την ιεράρχησή τους και το ρόλο τους στη διαμόρφωση  της ανθρώπινης ταυτότητας του ατόμου.

 Με ενδιέφερε κυρίως η  μελέτη του από τη σκοπιά της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, με πλαίσιο αναφοράς τις βασικές ιδιότητες του ανθρώπου:
διανόηση- λογική, εργασία- δημιουργικότητα, καθολικότητα, ελευθερία, κοινωνικότητα, ηθική. Σ αυτή την προσέγγιση, με δεδομένη τη βασική ιδιότητα της κοινωνικότητας και του λογικού, ξεχωρίζει η ιδιότητα της δημιουργικότητας και της ελευθερίας Το ερώτημα ήταν αν αυτές οι ιδιότητες μπορούν  να λειτουργήσουν ως ανάγκες, που προσδιορίζουν το περιεχόμενο και τη δυναμική της αυτοπραγμάτωσης του ατόμου. Με ενδιέφεραν μελέτες που προσεγγίζουν το θέμα των ανθρώπινων αναγκών από φιλοσοφική και ψυχολογική οπτική.

Από  τις σχετικές με το θέμα μελέτες ξεχώρισα τη μελέτη του Ούγγρου φιλοσόφου και ψυχολόγου László Garai Α személyiség dinamikája és a társadalmi lét (Η δυναμική της προσωπικότητας και το κοινωνικό Είναι,  Αkademiai kiadó,Budapest, 1969) στην οποία, με αναφορές στο Χέγκελ  και στο Μαρξ και σε ειδικές ψυχολογικές έρευνες, μιλά για τη δημιουργικότητα και την ελευθερία ως ειδολογικές ανάγκες του ανθρώπου.
Από αυτή τη μελέτη και από τις συζητήσεις μαζί του πήρα το έναυσμα για την προσέγγιση  του θέματος της αυτοπραγμάτωσης του ανθρώπου από τη σκοπιά της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας.
Το θέμα με παρακολούθησε στη συγγραφή των δυο βιβλίων μου φιλοσοφικής ανθρωπολογίας  (Η ιδανική και η πραγματική εικόνα του ανθρώπου, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 1999,  και Το πρόβλημα της ταυτότητας του ανθρώπου (εκδόσεις Ψηφίδα,2004)  καθώς και στο βιβλίο μου Τέχνη και πολιτική-Επιστήμη και τέχνη, εκδόσεις Προσκήνιο, 2009). Από την  ειδική θεώρηση αυτών των προσπαθειών μου προέκυψε το θέμα της  αυτοπραγμάτωσης ως ανάγκης των ατόμων  που η προσωπικότητά τους προσδιορίζεται από τις ιδιότητες της δημιουργικότητας και της ελευθερίας, με αναφορά στον επιστήμονα  (στον καινοτόμο ερευνητή) και στον καλλιτέχνη.
Με δεδομένο ότι στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο  η  δημιουργικότητα του επιστήμονα δεν συνδυάζεται κατ’ ανάγκη οργανικά με την ελευθερία και δεν είναι οπωσδήποτε στον αντίποδα της αλλοτρίωσης (ενώ υπάρχει ο κάτοχος μεταπτυχιακού που συνειδητά εργάζεται για την ηθική και ιδεολογική – διανοητική χειραγώγηση των ανθρώπων), κατέληξα στο συμπέρασμα ότι αυθεντικός τύπος ανθρώπου που συνδυάζει την ιδιότητα της δημιουργικότητας και της ελευθερίας που λειτουργεί αντιαλλοτριωτικά, δηλαδή απελευθερωτικά για τον ίδιο και για τον κόσμο στον οποίο απευθύνεται είναι ο καλλιτέχνης.
Στο συμπέρασμα αυτό, που βέβαια δεν είναι μόνον δικό μου - θα μπορούσα να πω ότι είναι κοινός τόπος για όσους διανοούνται με κριτικό πνεύμα πάνω σ αυτό το θέμα-  βρέθηκα ενισχυμένος ξαναδιαβάζοντας τον τόμο Η ψυχολογία της τέχνης (Müvészetpszihologia, εκδόσεις Gondolat, Βουδαπέστη, 1973), όπου οι περισσότερες από τις 19 μελέτες αυτού του τόμου συνδυάζουν  την ψυχολογική με τη φιλοσοφική προσέγγιση της τέχνης και του καλλιτέχνη. Αναφέρω ενδεικτικά μερικούς από τους τίτλους αυτού του τόμου: Η δημιουργική σκέψη των καλλιτεχνών (Catherine Pagtrick), Συνιστώσες του καλλιτεχνικού ταλέντου (Norman C. Meier), Η καλλιτεχνική δημιουργία και η προσωπικότητα (Robert Frances), Θεματικό drive (εσωτερική παρόρμηση)- περιεχόμενο και δημιουργική ικανότητα (Pred Pine}, Ο ποιητής και η λειτουργία της φαντασίας (Sigmund Freud), Πρόλογος (- μελέτη 33 σελίδων) του Ούγγρου Λάσλο Χάλας  ο οποίος αναφέρεται στη διάκριση του  Λούκατς επιστήμης και  τέχνης, θα μπορούσαμε να πούμε επιστήμονα και καλλιτέχνη (χωρίς αυτό να σημαίνει την αντιπαράθεση της τέχνης στην επιστήμη και του καλλιτέχνη στον επιστήμονα),  όπου ο επιστήμονας στο έργο του απ-ανθρωπομορφοποιεί (dezantropomorfizal) την πραγματικότητα  ενώ ο καλλιτέχνης την  ανθρωπομορφοποιεί
 Ωστόσο, άμεσο κίνητρο για να βάλω στο χαρτί κάποιες κατασταλαγμένες σκέψεις–παρατηρήσεις μου, με τη μορφή του προβληματισμού, για το θέμα αυτού εδώ του άρθρου, μου το έδωσε η νέα ανάγνωση  του  έργου του Αβραάμ Μάσλοου για τις ανθρώπινες ανάγκες, ο οποίος- θα πρέπει αυτό να τονιστεί - επηρεάστηκε από την υπαρξιακή φιλοσοφία που βλέπει τον άνθρωπο ως ύπαρξη υπεύθυνη για τη μοίρα του, καθώς και η ανάγνωση ορισμένων  μελετών για την «μασλοουική»  πυραμίδα (-ιεράρχηση;) των ανθρώπινων αναγκών…

                          *      *       *

 Η αυτοπραγμάτωση είναι στην κορυφή της γνωστής πυραμίδας των αναγκών του Μασλόου. Υπάρχουν περισσότερες από μία ερμηνείες  της λέξης αυτοπραγμάτωση.   Ανθρωπολογικά μιλούμε κυριολεκτικά για αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου που  ως αυτόνομο δημιουργικό και ελεύθερο άτομο εκφράζει με τη δυνατή  πληρότητα τον εαυτό του, στο έργο του και  στην κοινωνική του πράξη.

Ο καλλιτέχνης είναι κατεξοχήν το άτομο που με το έργο του εκφράζει με το δικό του τρόπο, αυτόνομα, τις βασικές ανθρώπινες ιδιότητες, τη δημιουργικότητα και την ελευθερία, σε αρμονία με τις αισθητικές του ανάγκες: τη συμμετρία, την τάξη, το κάλος, ή ό,τι έχει να κάνει με την αισθητική του.

 Το ερώτημα είναι αν αυτές τις ανθρωπολογικές ιδιότητες τις εκφράζει και ως κοινωνικό ον, ως ο υποκειμενικός φορές του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων, με τη σημερινή παγκοσμιοποιημένη διάστασή τους, μαζί  με τις γενικές και τις ειδικές εθνικές και πολιτιστικές μνήμες που κουβαλά μέσα του ως φορέας ενός πολιτιστικού- πολιτισμικού μορφώματος .

  Ειδικό, αλλά μαζί και κρίσιμο πρόβλημα είναι το πρόβλημα του τρόπου που ο καλλιτέχνης ως ηθικό άτομο εκφράζει την εποχή μας ή/και την ίδια τη χώρα του, εφόσον είναι στενά δεμένος πολιτιστικά- πολιτισμικά μαζί της, μαζί με τους ανθρώπους, αλλά και τους θεσμούς που την εκφράζουν πολιτιστικά, και μαζί το ερώτημα αν με το έργο του παρεμβαίνει στην αισθητική ή και την ηθική διαμόρφωση των συνανθρώπων του, πράγμα αδιανόητο για τον καλλιτέχνη που δεν συγκινείται με το δράμα των ανθρώπων, με τον ανθρώπινο πόνο που είναι πολυποίκιλος στην εποχή μας και εκφράζεται με χίλιους τρόπους. Δέχομαι την άποψη ότι καλλιτέχνης που αδυνατεί ή πολύ χειρότερα, που συνειδητά αποφεύγει να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο δεν μπορεί να νοείται ως καλλιτέχνης. Το θέμα χρίζει ειδικής ανάλυσης που δεν μπορεί να το υποσχεθεί ένα τέτοιο κείμενο των χιλίων διακοσίων λέξεων. Πάντως, είναι βέβαιο ότι αυτή η ρήση λειτουργεί μάλλον με απόλυτο τρόπο για τον ποιητή ή και για το θεατρικό συγγραφέα, ειδικότερα για το δραματουργό και τον τραγικό καλλιτέχνη.

  Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η τέχνη δεν είναι απλώς ένας ιδιότυπος προσωπικός τρόπος διαχείρισης των τεχνικών και των μέσων της καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπως προσπαθούν κάποιοι να εμφανίσουν το σύγχρονο κινηματογραφιστή ή και τον εικαστικό που με μεθοδεύσεις τεχνικής φύσεως θέλει να εκφράσει τον εαυτό του σε μια αντίληψη ότι η τέχνη είναι απολύτως ατομική υπόθεση και ότι εφόσον κάποιος έτσι και μόνον έτσι μπορεί ως καλλιτέχνης να εκφραστεί  αυτό είναι γι αυτόν η αυτοπραγμάτωσή του, πράγμα που σημαίνει ότι μπαίνει στο περιθώριο η κοινωνικότητά του, δηλαδή  η σημαντικότερη βασική ιδιότητα του ανθρώπου (βλέπε στο βιβλίο μου Το πρόβλημα της ταυτότητας  του ανθρώπου). Η κοινωνικότητά του είναι η βάση και το υποκειμενικοποιημένο αντικειμενικό πλαίσιο που καθιστά δυνατή την αισθητική λειτουργία της δημιουργικότητας και της ελευθερίας, αλλά και την  ίδια την καλλιτεχνική φαντασία του, χωρίς  την οποία δεν υπάρχει τέχνη γενικά, ούτε  συγκεκριμένο καλλιτεχνικό έργο μέσα από το οποίο και με το οποίο ο καλλιτέχνης εκφράζει, με το δικό του τρόπο την ικανότητά του να αξιοποιεί, αλλά και να «υποτάσσει» τη φαντασία του στη «λογική» του δημιουργικού έργου του.

 Όλα αυτά έχουν να κάνουν με το ότι ο καλλιτέχνης οφείλει να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο.  Είναι καλός ο όρος «οφείλει»; Είναι σωστό να μιλά κανείς για  το «χρέος» του καλλιτέχνη με τον τρόπο που μιλούμε   για το χρέος του διανοούμενου στην εποχή μας; Πάντως, εκείνο που δίνει στο έργο του καλλιτέχνη ανθρωπολογική  ή και πολιτισμική αξία  είναι ότι η ευαισθησία του για τον ανθρώπινο πόνο δεν γίνεται από εξωτερικά ορισμένο ηθικό «χρέος» προς την κοινωνία, γίνεται γιατί διαφορετικά ο     καλλιτέχνης δεν μπορεί να λειτουργήσει ως άνθρωπος. Αυτό είναι και το όριο της αυτονομίας του. Αναφέρω την περίπτωση του Μανόλη Αναγνωστάκη που αποφάσισε να δίνει το παρόν του με τη σιωπή του, όταν έκρινε (αισθάνθηκε;) ότι  δεν μπορούσε να πει ότι θα μπορούσε να τον εκφράσει.. Αν το έκανε από χρέος απέναντι στην κοινωνία, δηλαδή αν το έκανε από «καθήκον»  δεν θα ήταν το έργο του γνήσια δικό του, απόλυτα δικό του  έργο και κατ’ επέκταση γνήσιο καλλιτεχνικό έργο. Είναι αυτό που ανεβάζει την ανάγκη για αυτοπραγμάτωση του καλλιτέχνη  στην κορυφή της πυραμίδας των αναγκών του Μασλόου;

Όλα αυτά βεβαία χρίζουν ειδικών μελετών, αλλά και ειδικού διαλόγου…


 ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ     >    http://www.blogger.com/home?pli=1