ΣΥΝΤΕΛΕΙΑ 'Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ;
Υπό
Δρ. Χρήστου Ευαγγελίου
Κάθε σκεπτόμενος και αισθανόμενος Έλλην άνθρωπος, είτε εντός της Ελλάδος ευρίσκεται, είτε ως μέλος της Ελληνικής Διασποράς, θλίβεται με την ελεεινή εικόνα της επαιτικής πατρίδας που παρουσιάζεται εδώ και μήνες τώρα στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο για έναν Έλληνα, να μην περάσει από τον νου του η ιδέα ότι ίσως η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ήταν πρόωρη και τελικά δώρον άδωρο.
Οι σκέψεις που έπονται είχαν γίνει και είχαν γραφεί την εποχή εκείνη, αλλά δεν δημοσιεύτηκαν επειδή ο γράφων δεν ήθελε να φανεί ότι φέρνει εμπόδια στο δρόμο της πατρίδας προς την αναπτυγμένη και πολιτισμένη ΕΕ. Συνδέονταν επίσης οι σκέψεις αυτές με τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χριστόδουλο, και επί πλέον συνέπεσαν με την αρρώστια και τον πρόωρο θάνατο του μακαρίτη. Από σεβασμό στη μνήμη του παρέμειναν ανέκδοτες.[1] Πάντως διατηρούν την επικαιρότητά τους και δημοσιεύονται τώρα εδώ γιατί άπτονται, πέρα από την οικονομική πτυχή του προβλήματος, και την γλωσσική και την πολιτιστική, που συνιστούν τον ιστορικό χαρακτήρα του Ελληνισμού και της Ελληνικής μας ταυτότητας. Αυτά θα τεθούν σε δεινή δοκιμασία αργά ή γρήγορα στην πολιτικά και πολιτιστικά Ενωμένη Ευρώπη του μέλλοντος, αν φυσικά η Ελλάδα καταφέρει να ξεπεράσει την παρούσα βαθιά οικονομική κρίση και επιβιώσει τελικά ως μέλλος της ΕΕ.
Η προσπάθεια του τέως Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας, Μακαριστού Χριστοδούλου, να υπεραμυνθεί τον Ορθόδοξο και Ελληνικό χαρακτήρα της Νεοελληνικής ταυτότητας, ενέχει κάποια δόση αλήθειας και τραγικής ειρωνείας, εκτός από την ιλαρότητα των περιβόητων λαοσυνάξεων και τη συλλογή των υπογραφών των τότε Ορθοδόξων πιστών Χριστιανών.
Είναι βεβαίως παρήγορο και σπάνιο στις μέρες μας να βλέπει κανείς ένα χαρισματικό θρησκευτικό ηγέτη, που έχει το θάρρος να διατυπώνει με παρρησία τις απόψεις του, να ορθώνει το ανάστημά του παλικαρίσια κατά των κρατούντων και με ευγλωττία και διαλεκτική δεινότητα, ως άλλος Χρυσόστομος, να δίνει τη μάχη για την Ελληνική πολιτιστική κληρονομία, για ό,τι δηλαδή εκείνος θεωρεί ως «τα ιερά και τα όσια» της φυλής των Ελλήνων, ενάντια στον Δυτικό οδοστρωτήρα που επέρχεται ακάθεκτος, και την τυφλή αχρωματοψία των ευρωπαϊζόντων «εκσυγχρονιστών» που έλαχε να χειρίζονται τα κοινά κατά την παρούσα κρίσιμη καμπή στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τούτο φαίνεται εκ πρώτης όψεως ως πράγμα επαινετό.
Η ειρωνεία επί του προκειμένου έγκειται όχι τόσο στο ότι, δυστυχώς, ο Αρχιεπίσκοπος δεν φαίνεται να ήταν ούτε ένας νέος Αδαμάντιος Κοραής (εμπνευσμένος δηλαδή Διδάσκαλος του Γένους των Ελλήνων), ούτε ένας άλλος Μακρυγιάννης (γενναίος δηλαδή της ελευθερίας των Ελλήνων αγωνιστής), όσο στο ότι ήταν απλώς ένας νέος Ελλαδικός Δεσπότης. Ήταν βεβαίως ένας ευφραδέστατος Χριστιανός Ιεράρχης, που όμως του έλαχε προφανώς ο κλήρος να ηγείται μιας μικρής (και επί των ημερών του μάλλον ασήμαντης) Ελλαδικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, και όχι της Ορθοδοξίας.
Ο Χριστιανισμός όμως, ως μονοθεϊστική εξ αποκαλύψεως θρησκεία με Εβραϊκές βαθιές ρίζες και καταβολές, πολιτιστικά τουλάχιστον εξαρχής αντιστρατεύθηκε με μένος τον Ελληνισμό, και συνετέλεσε σημαντικά στον ήδη εν εξελίξει ευρισκόμενο αφελληνισμό του Ελληνιστικού τότε κόσμου. Αυτός ο αφελληνισμός είχε αρχίσει για άλλους λόγους βεβαίως ενωρίτερα, όμως επεκτάθηκε έκτοτε επώδυνα για την Ελληνική φυλή, και επικίνδυνα για τον Ελληνισμό και την ιστορική και ανθρωπιστική ιδιαιτερότητά του, με σοβαρές συνέπειες για το μέλλον και της Ελλάδας και της ανθρωπότητας.
Το να θέλει λοιπόν να εμφανίζεται ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, η Σεπτή Κεφαλή της Ελλαδικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, ως ένθερμος υπερασπιστής και των Εθνικών Ελληνικών Ιδεωδών, που συνιστούν την γνήσια κατ’ αυτόν ταυτότητα των Νεοελλήνων, είναι τουλάχιστον ειρωνικό και φαίνεται κάπως υποκριτικό. Διότι βεβαίως ο ιστορικός χαρακτήρας της Χριστιανικής θρησκείας ήταν εξαρχής θεοκρατικός και σαφώς υπερεθνικός. Κατά τον Απόστολο των Εθνών Παύλο, δεν υπάρχει πλέον «Έλλην και Βάρβαρος». Ο Χριστιανισμός κατέστη με τον καιρό δογματικά θανάσιμος εχθρός του Ελληνισμού και του Ελληνιστικού πνεύματος και πολιτισμού, που κυριαρχούσε στον τότε συναδελφωμένο Ελληνο-Ρωμαϊκό κόσμο.
Δεν είναι, συνεπώς, επιτρεπτό να παριστάνει κανείς τον «Έλληνα Εθνοπατέρα» και ταυτόχρονα τον «ελέω Θεού Δεσπότην εν Χριστώ», χωρίς κάποιο ιερό δέος ή αιδώ. Δεν γίνεται δηλαδή να θέλει κανείς «και την πίττα στο ταψί και το σκυλί χορτάτο», κατά την θυμόσοφη Ελληνική παροιμία. Για όνομα του Θεού! Είναι, πάντως, παρήγορο το γεγονός ότι, από όλους τους εντός και εκτός της Ελλάδος Έλληνες Χριστιανούς Ορθοδόξους, βρέθηκε ένας Ελλαδικός Ιεράρχης να υπερασπισθεί την Ορθόδοξη Ελληνική ταυτότητα. Κατά την άλλη παροιμία, «στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι!»
Το φλέγον θέμα πάντως του κινδύνου τελικού αφελληνισμού των «Ελλήνων Χριστιανών Ορθοδόξων» σχετίζεται με τις περιπέτειες που μας περιμένουν αναπόφευκτά μετά την επίσημη είσοδο της Ελλάδας στη λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Ένωση». Υπάρχει δυστυχώς διάχυτο αίσθημα φόβου, ότι οι τρέχουσες Ελληνικές Κυβερνήσεις, για οικονομικά δήθεν οφέλη, θα υπερχρεωθούν και θα υποχρεωθούν ίσως να θυσιάσουν μαζί με το Ελληνικό φιλότιμο και την Νεοελληνική ταυτότητά, την Χριστιανικά Ορθόδοξη και Εθνικά Ελληνική ταυτότητα, όπως αυτή τελικά διαμορφώθηκε κατά τις δύο τελευταίες χιλιετηρίδες με πολύ αίμα και ιδρώτα. «Αντί πινακίου φακής», κατά το κοινώς λεγόμενο, οι επ’ εσχάτων Κυβερνώντες τους Νεοέλληνες φαίνεται να είναι έτοιμοι να ενδώσουν και να δώσουν «γην και ύδωρ» στους Δυτικούς ετεροδόξους εταίρους, να παραδώσουν δηλαδή «τα ιερά και τα όσια της φυλής» στους απογόνους των Σταυροφόρων χωρίς αντίσταση, ή έστω κάποιαν αντίδραση, «έτσι για τα μάτια του κόσμου», που λέει ο λόγος.
Είναι όντως οδυνηρό το κατάντημα κάποιων «εκσυγχρονισμένων» Ελλήνων, γνήσιων δήθεν απογόνων των ηρωικών υπερασπιστών της Αλαμάνας και των Θερμοπυλών, του αείμνηστου Λεωνίδα και του Διάκου. Μη χειρότερα! «Αιδώς Αργείοι», θα φώναζε ο παλαιός ποιητής Όμηρος, αν ήταν παρών. «Πού πάτε, ορέ Ρωμιοί», θα βροντοφωνούσε ο Μακρυγιάννης, αν ήταν να σηκωνόταν ο μακαρίτης να μας καμαρώσει. Για δες, απόγονοι!
Με την επίσημη ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ευρώ έχει πια πάρει την θέση της Ελληνικής δραχμής μας, και το Ορθόδοξο Χριστιανικό θρήσκευμα δεν θα αποτελεί πλέον επίσημο συστατικό στοιχείο της ταυτότητας του Νεοέλληνα. Το Ελληνικό όνομά του θα πρέπει στο εξής πιθανότατα να γράφεται όχι με Ελληνικούς αλλά με Λατινικούς χαρακτήρες, προς διευκόλυνση των Ευρωπαίων Εταίρων και των ελεγκτών διαβατηρίων! Πράγματα δηλαδή φρικτά για τους θρησκευόμενους και μη, αλλά πάντως πατριωτικά και νηφάλια σκεπτόμενους Νεοέλληνες πολίτες του παρόντος.
Ό,τι δηλαδή δεν επετεύχθη επί αιώνες δουλείας και υποταγής σε ξένους δυνάστες και κατακτητές, ό,τι δεν κατάφεραν Φραγκοκρατία και Τουρκοκρατία να φέρουν εις πέρας, τον παντελή δηλαδή αφελληνισμό του Γένους των Ελλήνων, τώρα φαίνεται να το επιχειρούν με προπέτεια και «επισημότητα» οι πολιτικοί ταγοί των Νεοελλήνων, τυφλωμένοι από την ψεύτικη λάμψη του ευρώ! Ακόμη και η Ελληνική γλώσσα, που άντεξε και επέζησε όλων των δεινών ιστορικών περιπετειών του Ελληνικού Γένους, τώρα απειλείται να εγκαταλειφθεί εντελώς ή να αλλοιωθεί στο όνομα και το όραμα μιας ενοποιημένης Ευρώπης του μέλλοντος. «Σημεία και τέρατα!»
Δεν θα πρέπει λοιπόν να ξενίζει, ότι ο Θεοφιλέστατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών (και όχι μόνο) φαίνεται να κατέχεται από κάποια εσχατολογική αίσθηση αγωνίας, ως να εγγίζει η Συντέλεια του Κόσμου κατά τις Γραφές. Πώς, λοιπόν, να μην ψάλλει, ως καλός Ποιμένας, με βροντερή φωνή το: «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου», και πώς να μην του συμπαρασταθεί το χριστεπώνυμο ποίμνιο, μετά φόβου Θεού;
Αλλά δεν πρόκειται, ασφαλώς, για την «Συντέλεια του Κόσμου!» Απλώς το πλήρωμα του αφελληνισμού του ιστορικά Ελληνικού κόσμου φαίνεται να συντελείται επί των ημερών μας που συνέπεσε, κατά διαβολική σύμπτωση, με την διακυβέρνηση της Ελλάδος των Ορθοδόξων Χριστιανών από πράγματι «υπέρ-συγχρονισμένους» εκσυγχρονιστές, Σοσιαλιστές και μη.
Μα ποιος αλήθεια ξέρει, ή τι θα μπορούσε να μας πει πως, παρόλα αυτά τα κωμικοτραγικά τωρινά νεοελληνικά καμώματα, δεν θα βγουν και πάλι αληθινά τα σοφά λόγια του Κωστή Παλαμά, του μεγάλου τραγωδού των ιστορικών παθών και «τραγικών παθημάτων» του Γένους των Ελλήνων:
Και μην έχοντας πιο κάτω άλλο σκαλί
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά στου Κακού τη σκάλα,
για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί
θα αιστανθείς να σου φυτρώνουν, ω χαρά!
τα φτερά, τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!
Οι στίχοι αυτοί γράφτηκαν, από τον ίδιο ποιητή που έγραψε και τον Ολυμπιακό Ύμνο, πριν από ένα περίπου αιώνα σε μιαν άλλη κρίσιμη εποχή για την πορεία του Γένους των Ελλήνων. Αλλά ταιριάζουν, νομίζω, ίσως ακόμη πιο πολύ στην σημερινή εποχή, την κρισιμότατη για τα πεπρωμένα της Ελληνικής φυλής και για τις τύχες του Ελληνισμού, που ταυτίζεται με τον Ελληνοκεντρικό λόγο και πολιτισμό. «Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω!»
Με τέτοιους προβληματισμούς κατά νουν, γεννάται τώρα εδώ εύλογο το ερώτημα. Που θα πάει επιτέλους αυτή η κατάσταση; Τι θα γίνει με την πορεία και μοίρα του Ελληνισμού; Θα υποταγούν εθελοντικά και δουλικά οι Έλληνες του Εθνικού Κέντρου στα κελεύσματα των Ευρωπαίων Εταίρων και κατά το προσεχές και κατά το απώτερο μέλλον, όπως ακριβώς και στο εγγύς παρελθόν; Θα γίνει πράγματι αποδεκτή από το σύνολο του Ελληνικού λαού η εκποίηση «των ιερών και των οσίων» της Ελληνικής φυλής και οι αρετές της διαιώνιας Ελληνικής ψυχής αντί του πενιχρού «πινακίου φακής;»
Και τι θα γίνει, αν οι Ευρωπαϊκές πηγές κονδυλίων αρχίσουν να στερεύουν κάποτε, ή να μετακινούνται προς άλλους Βαλκανικούς λαούς, πλέον πειναλέους και μελλοντικούς Εταίρους στην γηραλέα ΕΕ; Τι θα γίνει στο εγγύς μέλλον, όταν τεθεί από την λεγόμενη Ευρωπαϊκή Ένωση θέμα κοινής γλώσσας για τους Εταίρους, ή το πολύ δύο-τριών κοινών γλωσσών, ευρέως βεβαίως διαδεδομένων ανά την συνεχώς διευρυνόμενη Ευρώπη?
Στις γλώσσες αυτές φυσικά δεν θα συμπεριλαμβάνεται η εξωτική και περιορισμένης εμβέλειας Νεοελληνική. Όμως η γλώσσα μας είναι η χρυσή αλυσίδα της διαχρονικής συνέχειας του Ελληνικού λόγου και πολιτισμού. Συνεπώς, κάτι θα πρέπει να γίνει στο παρόν για να διασωθεί και στο μέλλον.
Εάν είναι επιτρεπτό να προβλέπεται το μέλλον με βάση τα ιστορικά δεδομένα του παρελθόντος, δεν φαίνεται να χωρεί αμφιβολία, ότι μία μερίδα της Ελληνικής κοινωνίας, (η πιο εύρωστη οικονομικά και πολιτικά καλά δικτυωμένη), θα συνταυτιστεί και θα ενδώσει «ψυχή τε και σώματι» στην ξένη επικυριαρχία, όπως έπραξε και στη Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία, και τη Γερμανό-Ιταλική Κατοχή. Όσοι φυσικά λατρεύουν το χρήμα δύνανται και δεν διστάζουν να προσαρμόζονται παντοιοτρόπως προς την κρατούσα κατάσταση, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα καλώς ή κακώς εννοούμενα οικονομικά τους συμφέροντα. Και είναι έτοιμοι στο βωμό του Μαμμωνά να θυσιάσουν κάθε ιερό και όσιο, είτε πατροπαράδοτη θρησκεία λέγεται αυτό, είτε πάτριος πολιτιστική κληρονομία, είτε και μητρική μας γλώσσα ακόμη.
Αλλά η μερίδα αυτή είναι συνήθως μειοψηφούσα και αφομοιώσιμη προς την κάθε περιρρέουσα οικονομική και πολιτιστική πραγματικότητα. Η πλειονότητα πάντως του Ελληνικού λαού, του ιστορικά και αγωνιστικά φιλελεύθερου, Χριστιανικά και ιερατικά Ορθόδοξου, και πολιτιστικά και γλωσσικά Ελληνιστικού, αργά ή γρήγορα θ’ αντιδράσει και ίσως δυναμικά. Όπως πάντα κατά το παρελθόν, ίσως θα προβάλει μείζονα αντίσταση στα τεκταινόμενα (ενσυνείδητα ή ασυνείδητα) εις βάρος της πολιτιστικής του ταυτότητας και της πατρογονικής του κληρονομιάς και υπερηφάνειας.
Η αντίσταση του Ελληνικού λαού στο εγγύς ή το απώτερο μέλλον θα υποκινηθεί από το Ελληνικό φιλότιμο και θα κινηθεί πιθανόν γύρω από τρεις κύριες ιδέες ως άξονες πατριωτικής ομοψυχίας δηλαδή: την ιδέα της Ελευθερίας και Εθνικής Ανεξαρτησίας, την ιδέα της Χριστιανικής και Ελληνικής Ορθοδοξίας, και την ιδέα της Ελληνικής Γλώσσας και Παιδείας. Δεν είναι δυνατόν οι απόγονοι των ηρωικών αγωνιστών του 1821 και του έπους του 1940, που έδωσαν το ύψιστο τίμημα για την Ελευθερία μας, οραματιζόμενοι μια Ελλάδα αυτόνομη και αυτόφωτη, να δεχτούν στο διηνεκές να υποδύονται τον ευτελή ρόλο του ουραγού της Ενωμένης Ευρώπης οικονομικά, πολιτικά, και πολιτιστικά. Κάποτε θα αφυπνισθούν και θ’ απαιτήσουν συνειδητά να γίνουν και αυτοί φωτοδότες και οδηγοί της Οικουμένης, όπως ήταν άλλοτε οι γενναίοι και Ολυμπιονίκες πρόγονοί τους.
Δεν θα πρέπει να λησμονούμε, ότι το Βυζάντιο μπορεί πολιτιστικά να μειονεκτεί σε σύγκριση με την Κλασική Ελλάδα, αλλά για τη σκοτεινή εποχή του Μεσαίωνα υπήρξε φωτοδότης του Σλαβικού Βορρά. Είναι λοιπόν εύλογο, οι Σλαβικοί λαοί των Βαλκανίων, της Ανατολικής Ευρώπης και της απέραντης Ρωσίας (μετά την δοκιμασία του Μαρξισμού και την περιπέτεια της Κομμουνιστικής Ουτοπίας, που τους ταλάνισε τόσο πολύ επί ένα περίπου αιώνα), να επιζητήσουν παρηγοριά και στήριγμα στην πίστη του Χριστού και την παραδοσιακή τους Ορθοδοξία. Και θα πράξουν ορθά, διότι μεταξύ δύο κακών το μικρότερο είναι προτιμότερο, αλλά υπάρχει και το καλύτερο.
Για τους Νεοέλληνες, πάντως, Χριστιανούς Ορθοδόξους τα πράγματα δεν θα είναι και τόσο απλά. Η ψυχή του Νέου Ελληνισμού (κάτω από το βάρος μακραίωνης και πολύτιμης πολιτιστικής κληρονομιάς, της Ορθόδοξα Χριστιανικής και της Εθνικά Ελληνικής ή προ-Χριστιανικής), είναι και θα παραμένει για πολύ καιρό ακόμη τραγικά διχασμένη και αν-ισόρροπη. Το χρέος των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών, κληρικών και λαϊκών, ιδίως των Αρχιερέων (του Αρχιεπισκόπου μη εξαιρουμένου), είναι βαρύτατο στο σημείο αυτό. Θα πρέπει όλοι πολύ να προβληματισθούν για το πώς θα πολιτευθούν στο μέλλον ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι και ως Έλληνες πολίτες.
Η οργανωμένη και συντεταγμένη Ελλαδική Εκκλησία του 21ου αιώνα οφείλει ν’ αναγνωρίσει με ειλικρίνεια και με παρρησία να ομολογήσει το ιστορικό αμάρτημά της έναντι του «Γένους των Ελλήνων» και του εξόχου Ελληνικού πολιτισμού, που πάσχισε να ξεριζώσει επί αιώνες με μένος φανατισμένου βαρβάρου από κάθε κοιτίδα και γωνιά Ελληνικής γης. Όταν ένας Πάπας της Ρώμης και σύσσωμος η Καθολική Εκκλησία, που εκείνος εκπροσωπεί, αισθάνεται την ανάγκη στις μέρες μας να ζητήσει συγγνώμη δημοσίως και ενυπογράφως από το Έθνος των Εβραίων για την κακομεταχείριση που εκείνο υπέστη κατά το παρελθόν από ζηλωτές Χριστιανούς, είναι καιρός ώριμος πλέον και για την Ελλαδική Εκκλησία να πράξει κάτι παρόμοιο προς το πολυπαθές Γένος των Ελλήνων.
Και τα λόγια θα πρέπει να γίνουν πράξεις και έργα. Δηλαδή μετά την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 (ίσως με την γενναία χορηγία της Ελληνικής Κυβερνήσεως, και πρωτοστατούντος του Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου), θα πρέπει να γίνει Πανελλήνιος έρανος για την ανέγερση ενός καλλιμάρμαρου Ναού αφιερωμένου στην Ελληνική θεά της Σοφίας. Είναι ντροπή να γίνεται τόσος θόρυβος στην Ελλάδα για τα Ελγίνεια Μάρμαρα (που φυσικά και θα πρέπει κάποτε να επαναπατρισθούν) και να μη γίνεται καν λόγος για την αναστύλωση ενός αρχαίου Ελληνικού Ναού από τους τόσους που αφανίσθηκαν από ιερατικό φανατισμό και μένος.
Και θα είναι αίσχος ακόμα μεγαλύτερο για την Ελλάδα και τους απανταχού Πανέλληνες να επιτραπεί επί τέλους η ανέγερση Ισλαμικού Τεμένους «εις το κλεινόν άστυ» της Αθήνας για τις θρησκευτικές ανάγκες των Μουσουλμάνων μεταναστών, αλλά όχι και ένας Ελληνικός Ναός για τις τυχόν θρησκευτικές ανάγκες των «Ελλήνων αθλητών» του μέλλοντος, που ενδέχεται να πιστεύουν ελληνόπρεπα στον Ελληνικής καταγωγής Απόλλωνα ή Ερμή παρά στον Εβραϊκής καταγωγής Μεσσία και τον Άραβα Μωάμεθ.
Η κληρονομηθείσα Βυζαντινή Ορθοδοξία θα πρέπει, τουλάχιστον εντός των ορίων της Ελληνικής επικράτειας, να εξ-ελληνισθεί κάπως για να γίνει περισσότερο ανεκτική και λιγότερο μισαλλόδοξη. Κατά τον σοφό Διδάσκαλο του Γένους Αδαμάντιο Κοραή, τούτο είναι πρωτίστως ζήτημα παιδείας ορθής όλων βεβαίως των Ελλήνων, αλλά πρωτίστως των Ελλήνων κληρικών, Επισκόπων, Αρχιεπισκόπων, Μητροπολιτών, και Πατριαρχών.
Αλλά για να γίνει η Ελληνική Παρτίδα του μέλλοντος, όπως ήταν η Ελλάς του παρελθόντος, ένας δηλαδή πνευματικός φάρος της ενοποιημένης (όχι Ευρώπης, αλλά Οικουμένης), δεν αρκεί μόνο να αναβιώσει το περίφημο Ελληνικό φιλότιμο και το φιλελεύθερο αγωνιστικό πνεύμα που έδωσε στους Έλληνες την πολιτική ελευθερία και ανεξαρτησία. Ούτε πάλι είναι αρκετός ο φωτισμός του Ελληνικού ιερατείου, ο ανθρωπιστικός εξ-ελληνισμός της Ορθοδοξίας προς την κατεύθυνση της ανεξιθρησκίας και της ανοχής άλλων δοξασιών (ιδίως της αρχαιοελληνικής λατρείας, για ν’ αναστηθούν κάποτε οι Έλληνες Ολύμπιοι Θεοί στην Ελληνική Γη του φωτός, που τους γέννησε και τους λάτρευσε ελληνικά, με σεβάσμιο δέος και κάλλος καλλιτεχνικό). Αυτά όλα φυσικά είναι απλώς αναγκαίες συνθήκες και προϋποθέσεις μιας πιθανής Ελληνικής Αναγέννησης.
Αλλά πάνω απ’ όλα προέχει το θέμα της Ελληνικής Παιδείας, της Ελληνικής Γλώσσας και της Ελληνικής Φιλοσοφίας, η ανάλυση των οποίων ξεπερνά τα περιορισμένα όρια της παρούσας γραφής. Ας σημειωθεί μόνον εδώ ότι η Ελληνική Γλώσσα είναι το μοναδικό διαχρονικό γνώρισμα του Ελληνικού Γένους. Στο πέρασμα των αιώνων και των χιλιετηρίδων, από την Οδύσσεια του Ομήρου ως την Οδύσσεια του μεγάλου Καζαντζάκη, και από τα άσματα της Σαπφώς ως τα τραγούδια του Ελύτη, η Ελληνική Γλώσσα υπήρξε το χρυσό νήμα που κράτησε ενωμένη την Ελληνική ψυχή σε όλες τις ιστορικές μεταπτώσεις και καταστροφικές μεταβολές, πολιτικές, οικονομικές και θρησκευτικές. Κατάφερε θαυμαστά να επιζήσει ακόμη και στη μακρά, σκοτεινή και επώδυνη περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Και όμως τώρα (και ίσως ακόμη περισσότερο στο εγγύς μέλλον) ο πολύτιμος αυτός θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας διατρέχει τον κίνδυνο να χαθεί ολότελα ή δεινά ν’ ατροφήσει, υπό την πίεση της λεγόμενης «ηλεκτρονικής επανάστασης» και την συμπίεση που υφίσταται εντός μιας Ευρώπης βαθμηδόν ενοποιημένης οικονομικά, πολιτικά, πολιτιστικά, εκπαιδευτικά, και (γιατί όχι) γλωσσικά στο τέλος-τέλος. Διότι βεβαίως δεν θα επιτρέψουν οι κρατούντες τα νήματα της μελλοντικά Ενωμένης (και συνεχώς διογκούμενης μεταναστευτικά) Ευρώπης ν’ αποβεί η τόσο διαφημισθείσα Ευρωπαϊκή Ένωση απλώς ένα σύγχρονο μίμημα του παλαιού «Πύργου της Βαβέλ» με την γνωστή (και σαφώς διδακτική) έκβασή του.
Απαιτείται λοιπόν εθνική εγρήγορση και πολλή συντονισμένη εργασία για ν’ αποφευχθούν περαιτέρω δεινά. Και είναι μεν παρήγορο να βλέπει κανείς τον τέως Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος και τους περί αυτόν ν’ αγωνίζονται και να κοπιάζουν για να περισώσουν την Χριστιανικά Ορθόδοξη όψη της Νεοελληνικής ταυτότητας, αλλά δεν είναι αρκετό. Δυστυχώς, δάσκαλοι, καθηγητές της μέσης και της ανωτέρας εκπαίδευσης, ποιητές και λογοτέχνες, που έπρεπε να ήταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στον Πανευρωπαϊκό οδοστρωτήρα, περί άλλα ασήμαντα φαίνονται να μεριμνούν και λάμπουν με την απουσίας τους από την παρούσα «Εθνική Αντίσταση». Τι θα είχαν να πουν για το κατάντημά μας αυτό ένας Παλαμάς, ένας Σολωμός ή ένας Κοραής, που έδωσαν τα πάντα για την Ελληνική Γλώσσα, την Ελληνική Παιδεία, και την Ελληνική Ελευθερία;
Πάντως για ένα τέτοιο αναγεννητικό ξύπνημα και αναπτέρωμα της Ελληνικής ψυχής, θα χρειασθεί ασφαλώς να γεννηθεί, να ανατραφεί κατάλληλα, και ν’ αναδειχθεί νέα ηγεσία, πνευματική, πολιτική και θρησκευτική, που θα δώσει σάρκα και οστά στο όραμα της Αναγεννημένης Ελλάδος, ισάξιας και ισότιμης με την Κλασική Ελλάδα του Περικλή, του Σοφοκλή και του Σωκράτη.
Ο καιρός ούτε μένει, ούτε μας περιμένει. Η ώρα έχει σημάνει. Το δίλημμα είναι δεινό: Θα δεχτούμε την Συντέλεια του Αφελληνισμού προς αιωνία ντροπή και καταισχύνη μας, ή θα επιχειρήσουμε την Αναγέννηση του Ελληνισμού με τις δυνάμεις του σώματος και της ψυχής μας, προς μέγα έπαινο και τιμή μας και προς δόξα αμάραντη της Ηλιογέννητης Ελλάδος; Ιδού το δίλημμα!
Χρήστος Κ. Ευαγγελίου
Καθηγητής Φιλοσοφίας
[1] Η ασθένεια και ο επισυμβάς θάνατος του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου δεν επέτρεψε την δημοσίευση του παρόντος άρθρου όταν εγράφη, αλλά διατηρεί νομίζω την επικαιρότητα με τα τεκταινόμενα στην ΕΕ.