Eχει σημασία να ξέρουμε ποιες εξελίξεις στο αδιέξοδο της χώρας είναι ενδεχόμενες – δυνατές και πιθανές. Oμως, οι πολίτες που έχουν τις προϋποθέσεις να επιχειρήσουν έναν τέτοιο εντοπισμό μοιάζουν ελάχιστοι, η πλειονότητα διψάει για έτοιμες, μόνο «αισιόδοξες» προβλέψεις. Γιατί ελάχιστοι οι πολίτες οι ικανοί να εντοπίσουν τα ενδεχόμενα; Στατιστικές εκτιμήσεις της κριτικής ικανότητας, της αμεροληψίας, της νηφαλιότητας δεν υπάρχουν. Oι αφορισμός δεν διεκδικεί «αντικειμενικότητα», συνάγεται από την υποκειμενική αξιολόγηση του επιπέδου της δημοσιογραφίας, των τηλεοπτικών «συζητήσεων», της τυφλής, συνδικαλιστικής ιδιοτέλειας. Συνάγεται και από την έκπληξη για την πλημμυρίδα ακρισίας και μικρόνοιας που κατακλύζει σχόλια και απόψεις (ανώνυμες συνήθως) στο Διαδίκτυο – καινούργια αυτή λοιμική τρομακτικής ανευθυνότητας, αναιρετικής κάθε ίχνους «κοινωνίας των πολιτών». Θα μπορούσε να συναχθεί ο αφορισμός και από τη «φυσιογνωμική» (τη μελέτη της σχέσης που έχει η μορφική ιδιαιτερότητα του προσώπου με τον χαρακτήρα, τον ψυχισμό, την καλλιέργεια του ανθρώπου). Aν την ασκήσει κανείς προσεκτικά, πιστοποιεί στις φυσιογνωμίες έκτυπα τα αποτελέσματα της μεθοδικής εξηλιθίωσης των μαζών που κατορθώνουν οι κυβερνήσεις με την πανκυρίαρχη «ποδοσφαιροφιλία», τον κρατικό τζόγο, την ευτέλεια της εμπορικής τηλεόρασης. Συνδυάζοντας τη «φυσιογνωμική» με το ερώτημα: «ποια ευθύνη για την ψήφο του μπορεί να έχει αυτός ο άνθρωπος;», ο απελπισμός του κοινωνικού παρατηρητή ολοκληρώνεται. Bέβαια, όταν λειτουργεί δημοκρατία (έστω και το ερζάτς της «αντιπροσωπευτικής»), τότε το δικαίωμα της καθολικής ψήφου συναιρεί τη σοβαρότητα (κριτική βάσανο) με την επιπολαιότητα και τη μικρόνοια. Στη φεουδαλική όμως κομματοκρατία, ο ενορχηστρωμένος αποκλεισμός της κριτικής σκέψης, της διάκρισης ποιοτήτων, θέτει αδυσώπητο το ερώτημα: Oταν ελάχιστοι από τους ψηφοφόρους μπορούν να διαχειριστούν υπεύθυνα την ψήφο τους, κατά πόσο οι εκλογές είναι φενάκη και πρόσχημα; Kαι κατά πόσο οι προβλέψεις ενδεχόμενων εξελίξεων της συντελεσμένης καταστροφής είναι εφικτές; Eχει σημασία να ανιχνεύουμε τα πιθανά ή διαφαινόμενα, όχι για να γαντζωθούμε σε ελπίδες, αλλά για να στοχεύσουμε ενεργά. Nα προβληματιστούμε προσγειωμένα, με ποιες έννομες, δημοκρατικές διαδικασίες μπορεί η ανθρώπινη ποιότητα, η σαφώς μειοψηφική, να εξοβελίσει από τη διαχείριση των κοινών την εδραιωμένη φαυλότητα και αρρωστημένη αρχομανία, την πολυπλόκαμη κλεπτοκρατία. Nα αλλάξει τη νοο-τροπία μιας ολόκληρης κοινωνίας εθισμένης αυτονόητα στην αναξιοκρατία, στην αυθαιρεσία, στην αλογία αντικοινωνικών συμπεριφορών. Oσο το έθνος-κράτος διατηρούσε τη (συμβατική έστω) ανεξαρτησία του, την κυριαρχική του αυτεξουσιότητα, αν συνέβαινε να εμφανίσει συμπτώματα διαλυτικής παρακμής, κατάρρευσης του πολιτικού του συστήματος, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα αυτόκλητων ενθοσωτήρων (συνήθως παρανοϊκών) λειτουργούσε σαν δικλείδα εκτόνωσης, ανατροπής των δεδομένων του αδιεξόδου: Φαύλοι και ανίκανοι πολιτικοί εξαναγκάζονταν σε απόσυρση, η «επανάσταση» συνέτασσε καινούργιο Σύνταγμα, η αντίσταση στους πραξικοπηματίες έφερνε στο προσκήνιο καινούργια ηγετικά ταλέντα, καινούργιο πολιτικό προσωπικό, καινούργιους κομματικούς σχηματισμούς. Σήμερα ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχει αποκλειστεί. Oχι, δυστυχώς, επειδή παγιώθηκε θριαμβικά η δημοκρατία, αλλά επειδή το έθνος-κράτος τείνει να αφομοιωθεί από ευρύτερα (πολυεθνικά) σχήματα πολιτικής, οικονομικής, «αμυντικής» συνεργασίας ή και νομισματικής ένωσης. Eτσι οι δυνατότητες να εκτονωθούν τα αδιέξοδα γίνονται ακόμα πιο ισχνές, αμφίβολες. Περιορίζονται σε διεργασίες που μπορούν να συντελεστούν μόνο στο εσωτερικό των πυρήνων της κοινωνικής παρακμής και της πολιτικής εξαχρείωσης. Mόνο μέσα στα κόμματα. Eσωτερική ανταρσία στο ΠAΣOK δεν θα είχε κανένα νόημα: αυτό το κόμμα έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο με την καταψήφιση του Eυάγγελου Bενιζέλου. Aποδέχθηκε ad hoc όχημα της αρρωστημένης εξουσιολαγνείας των Παπανδρέου (με παρενθετική εξαίρεση την πρώτη τετραετία Σημίτη). Θα διαλυθεί από μόνο του, αν κατορθώσει ποτέ η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να συγκροτηθεί σε κόμμα με ιδεολογική ραχοκοκαλιά (κοινωνικούς στόχους), έμπρακτη πατριωτική ανιδιοτέλεια, πειστική ετοιμότητα για τολμηρές ρήξεις. Eχει αποδειχθεί πια περίτρανα ότι σε καμιά από αυτές τις ιστορικές απαιτήσεις δεν μπορεί να ανταποκριθεί ο Aντώνης Σαμαράς. Σεμνός, μετρημένος, συμπαθής, αλλά χωρίς τη στόφα του ριζοτόμου ηγέτη. Tου χαρίστηκε το προνόμιο να πρέπει να αντιπολιτευθεί τον πιο μειονεκτικό σε προσόντα αρχηγό του κομματικού προσκηνίου, όπως και να απαλλαγεί, σχεδόν ουρανόσταλτα, από την πιο οιηματική, εσωκομματικής αντιπολίτευσης πομφόλυγα. Kαι αυτός καυγαδίζει με τον μειονεκτικό κατεβαίνοντας απελπιστικά στο ίδιο ευτελές επίπεδο, ενώ παράλληλα τρέμει μήπως και διολισθήσει η κομματική του δευτεράντζα προς δορυφορίαν της πομφόλυγος. Tόσο η «σκιώδης κυβέρνηση» του κ. Σαμαρά όσο και οι επιλογές του στην περίπτωση των υποψηφίων του κόμματός του για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, έπεισαν τον έμφρονα πολίτη ότι στο κόμμα αυτό δεν άλλαξε απολύτως τίποτα. Mένει απαράλλαχτη η εικόνα που άφησε στις συνειδήσεις η εξαετία της «γαλάζιας παρένθεσης» – πρόκληση οργής και αηδίας. Oμως αποπομπή του κ. Σαμαρά, μόλις ενάμισο χρόνο από την ανάδειξή του στην ηγεσία, θα οδηγούσε και τυπικά στη διάλυση του κόμματος. H δε αναμονή μιας ακόμα εκλογικής αποτυχίας για να δικαιολογηθεί η αποπομπή, θα ήταν εκφυλισμός του κόμματος σε κουκλοθέατρο. Aπόμενει μία και μόνη δυνατότητα: η εσωκομματική ανταρσία. Που θα επιβάλει στον κ. Σαμαρά να συναποφασίζει με επιτελική ομάδα τριών ή τεσσάρων προσωπικοτήτων, προκειμένου να τολμηθεί η εκ θεμελίων ανασύνταξη του κόμματος. Mε στόχο τα στοιχεία που πρέπει να χαρακτηρίζουν σήμερα ένα αυθεντικά «Λαϊκό Kόμμα»: τίμια δημοκρατικές λειτουργίες, στελέχωση με κριτήριο την ευφυΐα, την ανιδιοτέλεια, τη δοκιμασμένη στον κοινωνικό στίβο δημιουργικότητα. Kόμμα με ιδεολογική ραχοκοκαλιά, αδιαπραγμάτευτους κοινωνιοκεντρικούς στόχους, πατριωτισμό που να κομίζει «νόημα» και να απαιτεί καλλιέργεια – να αποκλείει πρακτορικές πολιτικές εθνομηδενισμού και στανικού «πλουραλισμού». ΄H καινούργιο κόμμα ή ακόμα βαθύτερος βυθισμός στην ντροπή. |
Αλλοίμονο, εμείς που θέλαμε να ετοιμάσουμε το δρόμο στη φιλία, δεν καταφέραμε να’ μαστε φίλοι ανάμεσά μας. Μ. ΜΠΡΕΧΤ
Τρίτη 29 Μαρτίου 2011
Γιανναράς Χρήστος- Aνταρσία στην αντιπολίτευση
Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011
Μένιππος
Εἰς τό ἔργον του “Μένιππος ἤ Νεκυομεντεία” ὁ μεγάλος Σαμοσατεύς (Σαμόσατα - Συρία) εἰρηνιστής, κωμωδιογράφος, ἀπολογητής τῆς κυνικῆς φιλοσοφίας (2ος Αἰών μΧ) προσπαθεῖ νά χαρακτηρίσῃ καί νά ἐξηγήσῃ τούς κοινωνικοοικονομικούς θεσμούς τῆς ἐποχῆς του.
Ἐρωτᾶται λοιπόν ὁ Μένιππος, ὅταν κατέρχεται εἰς τόν κάτω κόσμον, ἀπό τόν Φιλωνίδη, τι γίνεται εἰς τόν ἐπάνω κόσμον. Καί ὁ Μένιππος ἀπαντᾶ, περιγράφοντάς τον με τέσσαρας λέξεις “ἁρπάζουσιν, ἐπιορκοῦσιν, τοκογλυφοῦσιν, ὀβολοστατοῦσιν”.
Μήπως σᾶς θυμίζει κάτι;;;;
Τρίτη 22 Μαρτίου 2011
Xρήστος Γιανναράς- Kαινούργιο Σύνταγμα;
Kαινούργιο Σύνταγμα;
Ημερομηνία δημοσίευσης: 21 Μαρτίου 2011
Δεν είμαι συνταγματολόγος, ούτε καν νομικός. Θα τολμήσω ελάχιστες συντομογραφικές παρατηρήσεις μόνο για τη λογική προφάνεια της ανάγκης να συνταχθεί Σύνταγμα της Eλλάδας καινούργιο, εξ υπαρχής.
Aπό το οθωνικό Σύνταγμα του 1844 ώς σήμερα, τα Συντάγματα της Eλλάδας δεν έχουν ευδιάκριτο χαρακτήρα «κοινωνικού συμβολαίου». H λογική που τα διέπει δεν αποβλέπει σε όρους συλλογικής συνύπαρξης, σχέσεων κοινωνίας, κατασφάλισης κοινωνικών προτεραιοτήτων, δηλαδή λαϊκής κυριαρχίας. Tα Συντάγματα κωδικοποιούν οριοθετήσεις εξουσιών: εξουσίας ατόμων και εξουσίας θεσμών.
Eιδικά από το Σύνταγμα του 1985 και μετά, η λογική της συνταγματικής νομοθεσίας κατατείνει στην όλο και μεγαλύτερη αυτονόμηση της εξουσίας των κομμάτων σε βάρος της λαϊκής κυριαρχίας. Mε μια φαινομενικώς ακραία, αλλά ρεαλιστική διατύπωση, θα έλεγε κανείς ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα, η κοινοβουλευτική δημοκρατία, τείνει συνεχώς να υποκατασταθεί από το διαστροφικό φαινόμενο της κομματοκρατίας.
Tα κόμματα έχουν κατ’ αποκλειστικότητα την εξουσία να συντάσσουν, μέσω «αναθεωρήσεων», τα Συντάγματα. H προκήρυξη εκλογών για «αναθεωρητική Bουλή» δεν προσθέτει τον παραμικρό κοινωνικό έλεγχο στις αυτονομημένες εξουσίες των κομμάτων. Tο Σύνταγμα αναθεωρείται για να εξυπηρετηθούν κομματικές, όχι κοινωνικές ανάγκες.
H λογική των Συνταγμάτων απηχεί την εμπορευματοποίηση της πολιτικής: H εξουσία είναι εμπόρευμα, τα κόμματα συντεχνίες εμπόρων της εξουσίας, ο λαός καταναλωτής. Kαλλιεργείται στον πολίτη η ψευδαίσθηση ελευθεριών επιλογής, όμως οι επιλογές του είναι σαφώς κατευθυνόμενες. H «δημοκρατία» καταλήγει να είναι ό,τι ακριβώς και το μάρκετινγκ: ένα παιχνίδι εντυπώσεων. Tα κόμματα εμπορεύονται εντυπώσεις, δεν απασχολούνται με το πώς θα λύσουν προβλήματα, αλλά πώς θα κερδίσουν τις εντυπώσεις, πώς θα υποκλέψουν την ψήφο του πολίτη.
Oι πολίτες ούτε εκλέγουν ούτε ελέγχουν την εξουσία. Eκλέγουν την εξουσία τρεις παράγοντες: O μάγειρας του εκάστοτε εκλογικού νόμου, οι κομματικοί αρχηγοί που καταρτίζουν τα ψηφοδέλτια και οι κεφαλαιούχοι που χρηματοδοτούν την προεκλογική διαφήμιση των κομμάτων.
Mελέτες αγοράς βεβαιώνουν ότι ένα κρίσιμο για το εκλογικό αποτέλεσμα ποσοστό των ψηφοφόρων ψηφίζει χωρίς αξιολογικά κριτήρια, χωρίς λογικό ειρμό, μόνο με ψυχολογικές παρορμήσεις, επιδερμικές εντυπώσεις.
Xρειαζόμαστε καινούγιο Σύνταγμα, γιατί αυτός ο τρόπος λειτουργίας του κομματικού συστήματος οδήγησε τη χώρα σε διάλυση, χρεοκοπία, διεθνή εξευτελισμό. Xρειαζόμαστε Σύνταγμα που να οριοθετεί θεσμικά δημοκρατικές εσωκομματικές λειτουργίες. Nα αποκλείει πρακτικές εμπορευματοποίησης της πολιτικής και πελατειακής ψηφοθηρίας, να επανασυνδέει το υπούργημα του βουλευτή με την εκπροσώπηση των ψηφοφόρων του.
Θεωρητικά, τον ρόλο κοινωνικού ελέγχου της εξουσίας τον έχουν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και ο συνδικαλισμός. Σήμερα και οι δύο αυτές καίριες λειτουργίες της δημοκρατίας είναι εξαρτημένες ή απολύτως ελεγχόμενες από τα κόμματα. O συνδικαλισμός υπηρετεί κομματικές στρατηγικές, όχι συμφέροντα των εργαζομένων – στα Δ.Σ. των συνδικαλιστικών σωματείων εκπροσωπούνται κόμματα, όχι μαχητές κοινωνικών αιτημάτων. Kαι τα MME επιβιώνουν και λειτουργούν, μόνο επειδή οι κομματικές κυβερνήσεις πληρώνουν από το υστέρημα των φορολογουμένων τα τεράστια χρέη των εμπόρων του τηλεθεάματος.
Kαινούργιο Σύνταγμα σημαίνει, διαφορετική λογική συνταγματικής νομοθεσίας. Oριοθέτηση θεσμικών λειτουργιών που να αποδώσουν τον συνδικαλισμό και τα MME στη διακονία των κοινωνικών αναγκών και στόχων, όχι των κομματικών – συντεχνιακών. Παράδειγμα: Oπως ισχύει συνταγματική απαγόρευση απεργίας των δικαστικών λειτουργών και των σωμάτων ασφαλείας, να επεκταθεί κατά λογική συνέπεια η απαγόρευση σε κάθε απεργία, «πορεία» ή «κινητοποίηση» που αποβλέπει σε «κοινωνικό κόστος»: σε εκβιασμό, βασανισμό ή ομηρεία πολιτών.
H ριζική αλλαγή της λογικής του Συντάγματος προϋποθέτει δημοψηφισματική διασάφηση της σκοποθεσίας του: Nα συνομολογήσουμε οι σημερινοί Eλληνες, κατά πλειοψηφία, τι είδους κοινωνία θέλουμε, ποιες προϋποθέσεις συνύπαρξης επιλέγουμε. Θέλουμε την ελληνικότητα ως κρατική απλώς υπηκοότητα, δηλαδή ως εθνικότητα, ιδεολογική συνιστώσα του έθνους – κράτους, όπως την όριζε η φιλοσοφία του Διαφωτισμού; Mας αρκεί μια συλλογικότητα «πλουραλιστική», ανεκτική της ακοινωνησίας που επιβάλλει στανικά η επιθετική «διαφορετικότητα», η εκδοχή του ανθρώπου ως καταναλωτικής αποκλειστικά μονάδας; ΄H εκδεχόμαστε και θέλουμε την ελληνικότητα ως πρόταση πολιτισμού, πρόταση «νοήματος» της ύπαρξης και της συνύπαρξης, που το ελλαδικό κράτος καλείται να τη διαχειριστεί ως ιδιαιτερότητα, ικανή όμως να διακονήσει πανανθρώπινη ανάγκη;
Aπό τη δημοψηφισματική απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα εξαρτηθεί αν μπορεί ο κάθε τυχάρπαστος κομματικός υπουργός Παιδείας να σπάζει τη συνέχεια δύο χιλιάδων χρόνων της ελληνικής γραφής καταργώντας τόνους και πνεύματα. Να αποκλείει τους σημερινούς Ελληνες από την πρόσβαση στο διαχρονικό γίγνεσθαι της γλώσσας τους καταργώντας τη διδασκαλία των αρχαίων. Ή να «αποδομεί» την ιστορική συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας κατασυκοφαντώντας βάναυσα το παρελθόν στις συνειδήσεις των παιδιών της.
Είναι κυριολεκτικά παράλογο, εξωφρενικό, να αναθέτουμε στους αυτουργούς κοινωνικών εγκλημάτων να μας απαλλάξουν από τις προϋποθέσεις και τις πρακτικές που οι ίδιοι επινόησαν και επέβαλαν, προκειμένου να εγκληματίσουν. Γι’ αυτό και είναι εντελώς παρανοϊκό να περιμένουμε από το σημερινό πολιτικό σύστημα, το υπαίτιο για την εφιαλτική καταστροφή της χώρας, να «αναθεωρήσει» το Σύνταγμα με όρους αυτοαναίρεσης της Κομματοκρατίας και αποκατάστασης της δημοκρατίας.
Περιμένουμε από τον νομικό κόσμο της χώρας, φορέα των ευθνών της τρίτης στη δημοκρατία εξουσίας, να φωτίσει δυνατότητα εξόδου από το ασφυκτικό αδιέξοδο: Χρειαζόμαστε καινούργιο Σύνταγμα και δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε τη σύνταξή του σε πολιτικό προσωπικό που, κατ’ εξακολούθησιν, ευτέλισε τη συνταγματική λογική.
Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011
ΚΩΣΤΑΣ ΖΟΥΡΑΡΙΣ: Μυομοιχίδιον
Η ΕΣΧΑΤΗ ΑΝΟΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ
«Ἐμεῖς κυβερνοῦμε κι ὄχι οἱ τρεῖς ὑπαλληλίσκοι τῆς τρόικας», λένε κάθε τόσο οἱ σημερινοὶ κατοχικοὶ ὑπουργοί, γιὰ νὰ πείσουν καὶ τὸν ρακένδυτο ραγιαδισμό τους καὶ τοὺς κοπρίτες, ποὺ δὲν μποροῦν πιὰ νὰ τοὺς διορίσουν, κάπου, ὡς παράσιτα, δίπλα σὲ ὑπουργικὰ παράσιτα παρασιτοῦντα. «Ἐμεῖς κυβερνοῦμε…» Ἐσχάτη ἀνοησία τῆς κουβέντας τους αὐτῆς; Μά, ἂν ἔτσι, τότε οἱ κατοχικοὶ ΠΑΣΟΚοι ἔχουν κι ὅλοι τὴν εὐθύνη τῆς ἀβυσσαλέας ἀνοησίας τους. Σωρηδόν.
α΄) Ἐσχάτη, ἀρχικὴ ἀνοησία: δὲν μπόρεσαν νὰ διαπραγματευθοῦν τὸ τίποτα τῆς μηδαμινότητάς τους. Παραδόθηκαν, ὡς κουφάρια προβάτων, στὴν ἀρβύλα τῆς Κομμαντατούρ. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῶν διεθνῶν οἰκονομικῶν συνθηκῶν, τὸ Μνημόνιο ἐπιβάλλει τὴν κατάργηση τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας γιὰ τὴν κατεχόμενη Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς Κατοχικοὺς τοκογλύφους. Ἡ «ἡμετέρα» κατοχικὴ κυβέρνηση δέχθηκε νὰ παραχωρήσει ἔδαφος, ὑπέδαφος, θάλασσα, οὐρανό, Παρθενώνα, νησιά, γῆν καὶ ὕδωρ, μόλις οἱ τοκογλύφοι καὶ ἡ τρόικα, τὸ ἀπαιτήσουν. Τὸ γράφει ὁλογράφως καὶ αὐτολεξεὶ τὸ Μνημόνιο… Καὶ οὐδείς, οὔτε κι οἱ ἀγράμματες θεραπαινίδες τῆς κατοχικῆς ὀσφυοκαμψίας, μποροῦν νὰ τὸ ἀμφισβητήσουν. Δεῖξε τὰ συγκεκριμένα ἄρθρα τοῦ Μνημονίου, ρὲ κατοχικὲ καβάση! Ἄρα, παραβιάζεις τὸ Σύνταγμα, τὶς διατάξεις τοῦ ΟΗΕ, ξεκινᾶς ξεπουλώντας τὶς εἰσπράξεις τοῦ Παρθενώνα, ἀμέσως μετὰ τὸν ἴδιο τὸν Παρθενώνα, τὰ ἀέρια τοῦ Αἰγαίου, κι ἄσε τὶς κατοχικές σου ἀερομυθίες… Ἐσχάτη ἀνοησία;
β΄) Ἂν «ἐμεῖς κυβερνοῦμε», τότε, ὡς ΠΑΣΟΚια, ἀσκεῖτε ἀκροδεξιὰ πολιτική, χωρὶς νὰ σᾶς ὑποχρεώνει ἡ τρόικα! Τσακίσατε τὸ εἰσόδημα τῆς φτωχολογιᾶς, ὑπηρετεῖτε τὴν πλουτοκρατικὴ ἰατρική, ἀφοῦ διαλύσατε τὸ ΙΚΑ, καὶ τώρα στέλνετε τὸν διακονιάρη τῶν 572 εὐρώων νὰ διαπραγματευθεῖ ὡς «ἴσος πρὸς ἴσον» μὲ τὸν κάθε Κροῖσο, μέσα ἀπὸ τὶς ἀκροδεξιές σας «ἐπιχειρησιακὲς συμβάσεις ἐργασίας»…
Ἐξατομικευμένες λοιπὸν «ἐπιχειρησιακὲς συμβάσεις», ἀνάμεσα σὲ ἴσης ἰσχύος «κοινωνικοὺς ἑταίρους»… Κι ἐδῶ, ἄραγε, ἐσχάτη ἀνοησία, ἤ, ἁπλούστερα, ἄι σιχτίρ;
γ΄) Ἀκόμη δὲν ἑνώσατε τὴν Ἀποκλειστικὴ Οἰκονομικὴ Ζώνη (ΑΟΖ), ποὺ ἤδη διαθέτει ἡ μικρὴ καὶ ὑπὸ κατοχὴν Κύπρος, μὲ τὴν ἀνύπαρκτη ΑΟΖ τῆς ἡμετέρας Ψωροκώσταινας. Ἐπειδὴ οἱ πασάδες τῆς Ἄγκυρας σᾶς τὸ ἀπαγορεύουν. Κι ἐνῶ, οἱ ἴδιοι θρασύδειλοι πασάδες, δὲν ἔβγαλαν κὶχ ὅταν τὴν ΑΟΖ ἐξήγγειλε ἡ «μικρὴ» Κύπρος. Κι ἐδῶ, ξανά, ΠΑΣΟΚικὴ ἐσχάτη ἀνοησία, ἤ, ἁπλούστερα, «φωτιὰ καὶ τσεκούρι στοὺς προσκυνημένους»;
Βεβαίως, στὴν πολιτική, εἶναι πασίγνωστος ὁ κανὼν τῆς ὁμοιοπαθητικῆς ὁμοιοστασίας: «πάσσαλος πασσάλω ἐκκρούεται», ἢ «κύλισε ὁ τέντζερης καὶ βρῆκε τὸ καπάκι». Ἔτσι λοιπόν, «ἀνάγκῃ», ὅπως παρατηροῦν οἱ Θουκυδίδης καὶ Ἀριστοτέλης, ναί, τὸν κοπρίτη μπορεῖ καὶ τὸν διορίζει μόνον ἕνας ἄλλος κοπρίτης. Ἑπομένως, ὅλη αὐτὴ ἡ κόπρος τοῦ Αὐγείου, ποὺ ὡς κατοχικὴ κυβέρνηση ἐκτελεῖ αὐτὰ ποὺ τῆς λέει ἡ Τρόικα-Κομμαντατούρ, ναί, ὅλη τούτη ἡ μεμαλθακισμένη ὀσφυοκαμψία τοῦ «σοσιαλιστικοῦ» ΠΑΣΟΚ, μόνον ὡς πηχτὴ ἐσχάτη ἀνοησία, μὲ ἐντελῶς διακεκριμένο τὸν δείκτη τῆς νοημοσύνης της, μπορεῖ νὰ καταχωρηθεῖ στὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους καὶ τοῦ Κορυδαλλοῦ, μὲ τὸ καλό!
Διότι!
Ναὶ μὲν βλεπετομάμας, ἀναμφηρίστως, ὁ ἀρχηγὸς Georgaki, ναὶ μὲν ἄσχετος καὶ ἀνετιξέστως ἄξεστος ὁ κάθε σπουδαρχίδης ποὺ παριστάνει, κατὰ Ἀριστοφάνην, τὸν ὑπουργό. Ναί, ἀλλὰ ἐκεῖ, στὴν πολιτικὴ χρεωκοπία τους, στὴν κοινωνικὴ μειοδοσία τους, καὶ στὴν ἐθνικὴ κοπρίαν τῶν τροϊκοπατημένων, ἡ ἐσχάτη ἀνοησία ἰσοδυναμεῖ μὲ ἐσχάτη προδοσία. Λόγω βλακείας, ἀκηράτου καὶ ἀνιάτου. Ἄρα, μετ’ ἐλαφρυντικῶν… λόγω προτέρου παρόντος καὶ μέλλοντος ἠλιθίου βίου…
Ποὺ λέει κι ὁ Σεφέρης: «ὅταν ἀρχίζει νὰ κινεῖται ἡ βλακεία ποιός μπορεῖ νὰ τὴ σταματήσει;»
«Ἐμεῖς κυβερνοῦμε κι ὄχι οἱ τρεῖς ὑπαλληλίσκοι τῆς τρόικας», λένε κάθε τόσο οἱ σημερινοὶ κατοχικοὶ ὑπουργοί, γιὰ νὰ πείσουν καὶ τὸν ρακένδυτο ραγιαδισμό τους καὶ τοὺς κοπρίτες, ποὺ δὲν μποροῦν πιὰ νὰ τοὺς διορίσουν, κάπου, ὡς παράσιτα, δίπλα σὲ ὑπουργικὰ παράσιτα παρασιτοῦντα. «Ἐμεῖς κυβερνοῦμε…» Ἐσχάτη ἀνοησία τῆς κουβέντας τους αὐτῆς; Μά, ἂν ἔτσι, τότε οἱ κατοχικοὶ ΠΑΣΟΚοι ἔχουν κι ὅλοι τὴν εὐθύνη τῆς ἀβυσσαλέας ἀνοησίας τους. Σωρηδόν.
α΄) Ἐσχάτη, ἀρχικὴ ἀνοησία: δὲν μπόρεσαν νὰ διαπραγματευθοῦν τὸ τίποτα τῆς μηδαμινότητάς τους. Παραδόθηκαν, ὡς κουφάρια προβάτων, στὴν ἀρβύλα τῆς Κομμαντατούρ. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῶν διεθνῶν οἰκονομικῶν συνθηκῶν, τὸ Μνημόνιο ἐπιβάλλει τὴν κατάργηση τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας γιὰ τὴν κατεχόμενη Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς Κατοχικοὺς τοκογλύφους. Ἡ «ἡμετέρα» κατοχικὴ κυβέρνηση δέχθηκε νὰ παραχωρήσει ἔδαφος, ὑπέδαφος, θάλασσα, οὐρανό, Παρθενώνα, νησιά, γῆν καὶ ὕδωρ, μόλις οἱ τοκογλύφοι καὶ ἡ τρόικα, τὸ ἀπαιτήσουν. Τὸ γράφει ὁλογράφως καὶ αὐτολεξεὶ τὸ Μνημόνιο… Καὶ οὐδείς, οὔτε κι οἱ ἀγράμματες θεραπαινίδες τῆς κατοχικῆς ὀσφυοκαμψίας, μποροῦν νὰ τὸ ἀμφισβητήσουν. Δεῖξε τὰ συγκεκριμένα ἄρθρα τοῦ Μνημονίου, ρὲ κατοχικὲ καβάση! Ἄρα, παραβιάζεις τὸ Σύνταγμα, τὶς διατάξεις τοῦ ΟΗΕ, ξεκινᾶς ξεπουλώντας τὶς εἰσπράξεις τοῦ Παρθενώνα, ἀμέσως μετὰ τὸν ἴδιο τὸν Παρθενώνα, τὰ ἀέρια τοῦ Αἰγαίου, κι ἄσε τὶς κατοχικές σου ἀερομυθίες… Ἐσχάτη ἀνοησία;
β΄) Ἂν «ἐμεῖς κυβερνοῦμε», τότε, ὡς ΠΑΣΟΚια, ἀσκεῖτε ἀκροδεξιὰ πολιτική, χωρὶς νὰ σᾶς ὑποχρεώνει ἡ τρόικα! Τσακίσατε τὸ εἰσόδημα τῆς φτωχολογιᾶς, ὑπηρετεῖτε τὴν πλουτοκρατικὴ ἰατρική, ἀφοῦ διαλύσατε τὸ ΙΚΑ, καὶ τώρα στέλνετε τὸν διακονιάρη τῶν 572 εὐρώων νὰ διαπραγματευθεῖ ὡς «ἴσος πρὸς ἴσον» μὲ τὸν κάθε Κροῖσο, μέσα ἀπὸ τὶς ἀκροδεξιές σας «ἐπιχειρησιακὲς συμβάσεις ἐργασίας»…
Ἐξατομικευμένες λοιπὸν «ἐπιχειρησιακὲς συμβάσεις», ἀνάμεσα σὲ ἴσης ἰσχύος «κοινωνικοὺς ἑταίρους»… Κι ἐδῶ, ἄραγε, ἐσχάτη ἀνοησία, ἤ, ἁπλούστερα, ἄι σιχτίρ;
γ΄) Ἀκόμη δὲν ἑνώσατε τὴν Ἀποκλειστικὴ Οἰκονομικὴ Ζώνη (ΑΟΖ), ποὺ ἤδη διαθέτει ἡ μικρὴ καὶ ὑπὸ κατοχὴν Κύπρος, μὲ τὴν ἀνύπαρκτη ΑΟΖ τῆς ἡμετέρας Ψωροκώσταινας. Ἐπειδὴ οἱ πασάδες τῆς Ἄγκυρας σᾶς τὸ ἀπαγορεύουν. Κι ἐνῶ, οἱ ἴδιοι θρασύδειλοι πασάδες, δὲν ἔβγαλαν κὶχ ὅταν τὴν ΑΟΖ ἐξήγγειλε ἡ «μικρὴ» Κύπρος. Κι ἐδῶ, ξανά, ΠΑΣΟΚικὴ ἐσχάτη ἀνοησία, ἤ, ἁπλούστερα, «φωτιὰ καὶ τσεκούρι στοὺς προσκυνημένους»;
Βεβαίως, στὴν πολιτική, εἶναι πασίγνωστος ὁ κανὼν τῆς ὁμοιοπαθητικῆς ὁμοιοστασίας: «πάσσαλος πασσάλω ἐκκρούεται», ἢ «κύλισε ὁ τέντζερης καὶ βρῆκε τὸ καπάκι». Ἔτσι λοιπόν, «ἀνάγκῃ», ὅπως παρατηροῦν οἱ Θουκυδίδης καὶ Ἀριστοτέλης, ναί, τὸν κοπρίτη μπορεῖ καὶ τὸν διορίζει μόνον ἕνας ἄλλος κοπρίτης. Ἑπομένως, ὅλη αὐτὴ ἡ κόπρος τοῦ Αὐγείου, ποὺ ὡς κατοχικὴ κυβέρνηση ἐκτελεῖ αὐτὰ ποὺ τῆς λέει ἡ Τρόικα-Κομμαντατούρ, ναί, ὅλη τούτη ἡ μεμαλθακισμένη ὀσφυοκαμψία τοῦ «σοσιαλιστικοῦ» ΠΑΣΟΚ, μόνον ὡς πηχτὴ ἐσχάτη ἀνοησία, μὲ ἐντελῶς διακεκριμένο τὸν δείκτη τῆς νοημοσύνης της, μπορεῖ νὰ καταχωρηθεῖ στὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους καὶ τοῦ Κορυδαλλοῦ, μὲ τὸ καλό!
Διότι!
Ναὶ μὲν βλεπετομάμας, ἀναμφηρίστως, ὁ ἀρχηγὸς Georgaki, ναὶ μὲν ἄσχετος καὶ ἀνετιξέστως ἄξεστος ὁ κάθε σπουδαρχίδης ποὺ παριστάνει, κατὰ Ἀριστοφάνην, τὸν ὑπουργό. Ναί, ἀλλὰ ἐκεῖ, στὴν πολιτικὴ χρεωκοπία τους, στὴν κοινωνικὴ μειοδοσία τους, καὶ στὴν ἐθνικὴ κοπρίαν τῶν τροϊκοπατημένων, ἡ ἐσχάτη ἀνοησία ἰσοδυναμεῖ μὲ ἐσχάτη προδοσία. Λόγω βλακείας, ἀκηράτου καὶ ἀνιάτου. Ἄρα, μετ’ ἐλαφρυντικῶν… λόγω προτέρου παρόντος καὶ μέλλοντος ἠλιθίου βίου…
Ποὺ λέει κι ὁ Σεφέρης: «ὅταν ἀρχίζει νὰ κινεῖται ἡ βλακεία ποιός μπορεῖ νὰ τὴ σταματήσει;»
Τρίτη 15 Μαρτίου 2011
Σταμπολιάδης - Η Αριστερά ως πρόβλημα και ως παγίδα
Η Αριστερά ως πρόβλημα και ως παγίδα
Η ονομασία Αριστερά έχει χωροταξική προέλευση και σημαίνει την μειοψηφούσα
αντιπολίτευση που ιστορικά καθόταν στα έδρανα αριστερά του Προέδρου της
Βουλής όπως αυτός κοιτάζει στην αίθουσα. Δεξιά καθόταν το κόμμα της ισχυρής
κυβερνητικής παράταξης που συνήθως ευρίσκετο στην εξουσία και στη μέση το
κεντρώο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτή η χωροθέτηση κάποτε
αντιστοιχούσε και σε ιδεολογική κατάταξη. Η Δεξιά αντιπροσώπευε το κεφάλαιο,
η Αριστερά το εργατικό δυναμικό, ενώ το Κέντρο τους μικρομεσαίους και
εξισορροπούσε μεταξύ των δύο. Σήμερα τόσο η χωροταξική όσο και η
ιδεολογική αντιστοίχηση έχουν κάπως αλλάξει. Η Δεξιά και η Αριστερά κρατάνε
μεν τις θέσεις τους αλλά το Κέντρο το καπηλεύονται οι αποστάτες και οι
ψευδεπίγραφοι σοσιαλιστές, μάλλον για σοσιαληστές πρόκειται, με λαϊκίστικη
ιδεολογία και πρακτική υπερβάλλουσα κατά πολύ της δεξιάς, σε υποτέλεια όχι
τόσο στο παραγωγικό αλλά το κεφάλαιο των τοκογλύφων, τους κατ' ευφημισμό
καλουμένους και Αγορές, ενώ στα αριστερά έδρανα έχουν παρκάρει και οι
καπηλευτές της Ορθοδοξίας, κυρίως λόγω του μειοψηφικού τους μεγέθους,
ιδεολογικά όμως διεκδικούν θέση δεξιότερα της δεξιάς, αλλά με ευελιξία
μεταπήδησης.
Ο ρόλος των Δεξιών, των Σοσιαληστών και των αποστατών, που συμμετείχαν ή
συμμετέχουν σε κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, η ευθύνη για την συνεργασία
τους με τοκογλύφους που οδήγησαν τη χώρα σε χρεοκοπία και η ανάγκη αποπομπής
και τιμωρίας τους έχουν ήδη εμπεδωθεί στη συνείδηση του λαού και ελπίζουμε
ότι σύντομα θα απαλλαγούμε από αυτούς. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει
πρώτα να υπερβούμε ένα σημαντικό εμπόδιο που υπάρχει για την επιβίωση της
Ελλάδος ως κράτους και κυρίως ως έθνους.
Το εμπόδιο αυτό δεν είναι οι ανωτέρω εθνομηδενιστές οπαδοί της
παγκοσμιοποίησης, οι οποίοι έχουν αποθρασυνθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε ο
έθνοπροδοτικός τους ρόλος να είναι πλέον φανερός και βδελυρός ενώπιον του
λαού. Το εμπόδιο ή η παγίδα εάν θέλετε είναι η Αριστερά διότι ο
καταστρεπτικός της ρόλος δεν είναι σαφής καθόσον κινείται μεταξύ της
Σταλινικής απάτης και του πέπλου της μυθοπλασίας. Για τη Σταλινική απάτη
έχουν μιλήσει άλλοι στηριζόμενοι σε ιστορικές αναφορές και προσωπικές
γνώσεις που μόνο στελέχη των αριστερών κομμάτων μπορούν να έχουν και που
όλοι καταλαβαίνουμε ότι δεν διαφέρουν και πολύ από τις πρακτικές των άλλων
κομμάτων, μιας και όλα τελούν υπό ξένη εξάρτηση από συστάσεως του Ελληνικού
κράτους το 1830.
Το πρόβλημα είναι η συντηρούμενη μυθοπλασία γύρω από την αριστερά, που έχει
επιρρεάσει βαθιά το λαό μας, κυρίως με την αλλοίωση των λέξεων και των
εννοιών που αυτές φέρουν αλλά και με το παραποιημένο μοντέλο περί
ελευθερίας, δικαιωμάτων και ανευθυνότητας που προπαγανδίζουν με τη βοήθεια
των Σοσιαληστών και την ατολμία της Δεξιάς να επέμβει, σε βαθμό που
διερωτάται κανείς, μήπως υπάρχει συνεργασία μεταξύ τους και ο ένας
δικαιολογεί την πολιτική παρουσία του άλλου;
Στη συνείδηση του κόσμου αριστερός είναι ο άνθρωπος που ζητά ελευθερία,
κοινωνική δικαιοσύνη, δικαίωμα στην εργασία, βιοτικό επίπεδο ανάλογο της
εργασίας που προσφέρει, προσωπική αξιοπρέπεια και εθνική υπερηφάνεια για να
μην είναι ανερμάτιστος. Υπό την έννοια αυτή το 50% και πλέον του λαού, που
έφτυσε το σύστημα και δεν πήγε να ψηφίσει στις εκλογές του Καλλικράτη στις
οποίες ο Πρωθυπουργός έδωσε μνημονιακό χαρακτήρα, στην ουσία είναι
αριστεροί και όμως δεν ψήφισαν τα κόμματα της Αριστεράς διότι δεν τους
εκφράζουν, παρά την καπήλευση του όρου αριστερός. Ο κόσμος είναι ξένος με τα
ιδεολογήματα της θεωρητικής αριστερής διανόησης και δεν καταλαβαίνει τις
βαρύγδουπες, ξύλινες και πολυσύνθετες λεκτικές και φραστικές της εκφράσεις.
Είναι ακόμη ξένος με τις εθνικές και κοινωνικές πρακτικές των αριστερών
κομμάτων διότι, όπως και το τραγουδάει άλλωστε, ο Έλληνας έχει και πατρίδα
και θρησκεία και οικογένεια, ασχέτως εάν όλα αυτά τα καπηλεύτηκε η χούντα
και τα διέσυρε η Αριστερά. Οι Έλληνες δεν πολέμησαν στην αντίσταση για να
τους καπελώσει ο Σταλινικός φασισμός αλλά για να διώξουν τον Ναζιστικό
φασισμό, εντάχθηκαν στο ΕΑΜ διεκδικώντας ψωμί και κοινωνική δικαιοσύνη.
Ο Έλληνας είναι φιλελεύθερος, θέλει το δικό του σπίτι που να μην ανήκει στο
κράτος, θέλει να καλλιεργεί το δικό του χωράφι και να μπορεί να έχει τη
δική του επιχείρηση, θέλει να βρίσκει δουλειά χωρίς να εξαρτάται από τον
μεγάλο αδελφό του κόμματος, θέλει να έχει αξιοπρέπεια και να μην αναγκάζεται
να γίνει ρουφιάνος και καταδότης του γείτονα ή του αδελφού του, θέλει να
έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στην πολιτική και κοινωνική ζωή χωρίς να
πρέπει εκ προοιμίου να πουλήσει την ψυχή του στο διάβολο για να μπει στη
λίστα των υποψηφίων. Αντί όλων αυτών προσπάθησαν να τον πείσουν ότι:
Ελευθερία είναι η καταπάτηση της ελευθερίας του άλλου. Δικαίωμα είναι να
διεκδικείς ακόμη και αυτά για τα οποία δεν κοπίασες και κανονικά δεν σου
ανήκουν. Εργασία είναι η ωρολογιακή διάρκεια παραμονής στο χώρο του
εργοδότη, ιδίως όταν αυτός είναι το Δημόσιο, χωρίς δημιουργική συμμετοχή
στην παραγωγή ή τις υπηρεσίες που προσφέρει. Το Κράτος είναι μια αστείρευτη
πηγή υπηρεσιών προς τον πολίτη χωρίς αυτός να συνεισφέρει όσα του αναλογούν,
μάλιστα δε να απαιτεί να συντηρείται από αυτό. Η Επιδότηση προϊόντος δίδεται
ως αντιστάθμισμα υποχρέωσης να ψηφίσεις το κόμμα και όχι λόγω αντίστοιχης
επένδυσης στην παραγωγή του αντίστοιχου προϊόντος. Ρατσισμός είναι όταν
τολμήσεις να πεις ότι είσαι Έλληνας και ο τόπος είναι δικός σου.
Είναι αλήθεια ότι η αριστερά έχει κάποια οργάνωση των στελεχών της και
μπορεί να συγκεντρώνει κόσμο στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας που οργανώνει
ενάντια στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Μπορεί ακόμη να δημιουργεί
ομάδες ανατροπής της κυβέρνησης στην προσπάθεια να συσπειρώσει γύρω της
διαμαρτυρόμενους ή και να διεισδύει σε ομάδες αντιμνημονιακές που επιζητούν
την αλλαγή του συστήματος. Είναι ανάγκη επομένως οι υπάρχουσες ομάδες ή και
τα μικρά κόμματα, που εργάζονται για την απαλλαγή της Ελλάδος από την
αδιέξοδη και εθνομιδενιστική πολιτική της νέας τάξης πραγμάτων, να
καθορίσουν εξ' αρχής το τι πολίτευμα θα ήθελαν να εφαρμόσουν ώστε να
συμφωνήσουν και να συσπειρωθούν. Η Αριστερά προβάλει σαν αυτονόητο, ενώ στην
ουσία δεν έχει καν σχέδιο, ότι η αλλαγή του υπάρχοντος συστήματος σημαίνει
και εφαρμογή ενός κεντρικού μονοκομματικού συστήματος "κοινοκτημοσύνης",
πράγμα που διαφοροποιεί τον κόσμο και καθυστερεί τη συσπείρωση του σε έναν
ενιαίο φορέα αντίστασης στην ενεργούμενη υποδούλωση της χώρας. Το δίλημμα
αυτό λειτουργεί σαν παγίδα και εμπόδιο στην επιθυμητή αλλαγή, καθυστερεί τη
συσπείρωση του κόσμου ενώ οι εξελίξεις τρέχουν γρήγορα εις βάρος του
μέλλοντος του τόπου και των παιδιών μας. Προσπαθούν να μας εγκλωβίσουν
επειδή είμαστε αριστεροί, με την έννοια που αναφέρθηκε στην αρχή, αλλά δεν
ανήκουμε στην Αριστερά, επειδή είμαστε δημοκράτες αλλά αυτή η Βουλή δεν μας
εκφράζει και επειδή είμαστε Έλληνες θέλουν να μας κρατήσουν στα "σκατά"
διαφθείροντας τη συνείδηση, την παιδεία και την ιστορία μας.
Ηλίας Σταμπολιάδης
Καθηγητής
Τμήμα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων
Πολυτεχνείο Κρήτης
Πολυτεχνειούπολη
73100 Χανιά, Κρήτη
Τηλ. 28210 37601
elistach@mred.tuc.gr
Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011
Κατσιμάνης Κυριάκος*: ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ, ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΗΧΗΡΑ ΠΑΡΟΜΟΙΑ
Σάββατο, 5 Μαρτίου 2011
*
Κρατικός Διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Σορβόνης
Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών
Επίκ. Σύμβουλος/τ. Αντιπρόεδρος του Π.Ι.
ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΣΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΥΡΙΟ ΧΑΡΗ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗ
________________________
Αξιότιμε Κύριε Υπουργέ,
Ανταποκρινόμενος στην ανοιχτή πρόσκληση για συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με το παρακάτω σχέδιο νόμου, απευθύνομαι σε σας όχι μόνο γιατί είστε ο «καθ’ ύλην» αρμόδιος, αλλά και γιατί ανήκω στον μεγάλο αριθμό των συμπολιτών μου, οι οποίοι σας θεωρούν πολιτικό έντιμο, άφθαρτο, ανοιχτό στο διάλογο και ανεκτικό στον αντίλογο. Σας δηλώνω, λοιπόν, εξαρχής ότι διάβασα στον αθηναϊκό τύπο αλλά και στην οικεία ιστοσελίδα τα σχετικά με τη νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την «Καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου» και ομολογώ ότι έμεινα εμβρόντητος.
1. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΙΣ ΑΥΣΤΗΡΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
Στέκομαι πρόχειρα σε τέσσερα, μόνο, χαρακτηριστικά σημεία:
α) Στο άρθρο 3 της Αιτιολογικής Έκθεσης: «Οι ρατσιστικές και ξενοφοβικές εκδηλώσεις συνιστούν απειλή για τις ομάδες και τα πρόσωπα, που γίνονται στόχος τους, γι’ αυτό απαιτείται η παροχή από το κράτος αυξημένου βαθμού προστασίας με τη λήψη μέτρων και χρησιμοποιώντας (sic), μεταξύ άλλων και τα μέσα του ποινικού δικαίου».
β) Στο άρθρο 3 του Σχεδίου Νόμου: «Όποιος από πρόθεση δημόσια προφορικά ή δια του τύπου ή μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή εχθροπάθεια κατά ομάδας ή προσώπου, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή (…) κατά τρόπο που μπορεί να εκθέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή χιλίων έως πέντε χιλιάδων (1.000 -5.000) ευρώ».
γ) Στο άρθρο 5α της Αιτιολογικής Έκθεσης: «Εξασφαλίζεται ότι η διερεύνηση και ποινική δίωξη των εγκλημάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας γίνεται αυτεπάγγελτα και δεν εξαρτάται από αναφορές ή καταγγελίες των θυμάτων, τα οποία είναι συχνά ιδιαιτέρως ευάλωτα και διστάζουν να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες».
Και δ) στον αλλόκοτο εκείνο νεολογισμό «εχθροπάθεια», ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Σχεδίου Νόμου, «θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος τόσο στην καλλιέργεια όσο και στην εξωτερίκευση αισθημάτων μίσους και αντιπαλότητας».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η παρουσία της ασάφειας, της γενικότητας και της αοριστολογίας είναι σε τέτοιο βαθμό αισθητή,, ώστε να προεξοφλεί κανείς πως η δαμόκλειος σπάθη της αυτεπάγγελτης δίωξης για εκδηλώσεις ρατσισμού ή ξενοφοβίας θα κρέμεται ανά πάσα στιγμή πάνω από το κεφάλι οποιουδήποτε επιμένει να σκέπτεται και να εκφράζεται ελεύθερα.
Σε απλά ελληνικά, Κύριε Υπουργέ, κάθε λογής αντίσταση στην άλωση του ελληνικού κράτους από τους λαθρομετανάστες (γιατί περί αυτoύ πρόκειται) θα μπορεί με συνοπτικές διαδικασίες να αποτελέσει ποινικό αδίκημα και να επισύρει αυστηρές κυρώσεις. Είτε πρόκειται για διαμαρτυρία είτε για καταγγελία είτε για διαδήλωση. Ακόμη και η εμπεριστατωμένη ανάλυση με δεδομένα και στατιστικά στοιχεία ή η αποδεικτικά θεμελιωμένη αρθρογραφία πολύ φοβάμαι ότι θα φιμωθούν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Όσο για το έσχατο προπύργιο της ελεύθερης σκέψης, τα blogs, αυτό έχει ήδη στοχοποιηθεί και θα ριχτεί με συνοπτικές διαδικασίες στην πυρά. Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες: από τη στιγμή που ο αποδέκτης της διαμαρτυρίας ή και της αγανάκτησης μπορεί, αξιοποιώντας τη θολή και ακαθόριστη ρετσινιά του «ρατσισμού» ή της «ξενοφοβίας», να εγκαλέσει το διαμαρτυρόμενο και να μετατραπεί σε εισαγγελέα και δικαστή του, ΟΛΑ είναι δυνατά. Πολύ περισσότερο, όταν μεταξύ των λαθρομεταναστών θα βρίσκονται κάθε φορά πολλοί και πρόθυμοι μάρτυρες κατηγορίας, αν όχι και καταδότες…
Βέβαια, στο άρθρο 4 της Αιτιολογικής Έκθεσης ο νομοθέτης δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι οι παραπάνω διατάξεις ενέχουν τον κίνδυνο «προσβολής του ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης» και γι’ αυτό συνιστά «να αποφεύγεται η ποινική απαξίωση εκδηλώσεων που θεωρούνται εντελώς απρόσφορες να οδηγήσουν στη θυματοποίηση συγκεκριμένης ομάδας ή προσώπου εξαιτίας των φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους…». Ως πού φτάνει, όμως, αυτή η ειλικρινής ευαισθησία για την ελευθερία της έκφρασης και από πού αρχίζει η «από πρόθεση» --μέσω του δημόσιου προφορικού λόγου, του τύπου ή του διαδικτύου-- πρόκληση της περίφημης «εχθροπάθειας» κατά ομάδας ή προσώπου; Και ποιο είναι άραγε το κρίσιμο σημείο, εκείθεν του οποίου θα ελλοχεύει κάθε φορά ο κίνδυνος να διασαλευτεί εξαιτίας αυτής της «εχθροπάθειας» η δημόσια τάξη και να απειληθούν οι ομάδες και τα πρόσωπα, καθώς και τα δικαιώματά τους; Αρμόδιοι να απαντήσουν σε παρόμοια ερωτήματα είναι μόνο οι ειδικοί, στους οποίους, από ό,τι φαίνεται, διανοίγεται πλέον στάδιον δόξης λαμπρόν… Πιστεύω, πάντως, ότι δε θα ήταν άσχετη με το ευρύτερο πνεύμα της δημόσιας διαβούλευσης η γενικότερη και γι’ αυτό βαθύτερη και εκτενέστερη προσέγγιση του τεράστιου προβλήματος της λαθρομετανάστευσης και των παρενεργειών της στη χώρα μας, εξαιτίας των οποίων, προφανώς, το υπό συζήτηση νομοθέτημα κρίθηκε απαραίτητο.
2. ΑΔΥΝΑΜΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ Η ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΤΟΧΗΣ;
Κανένας δεν ισχυρίστηκε ποτέ, Κύριε Υπουργέ, πως οι λαθρομετανάστες πρέπει να αφεθούν στο έλεος εμπρηστικών καταγγελιών και εξτρεμιστικών ομάδων. Εφόσον βρίσκονται –για όσο καιρό ακόμη θα βρίσκονται και αναξαρτήτως του πώς βρέθηκαν-- στη χώρα μας, δικαιούνται να απολαύσουν την προστασία μιας ευνομούμενης δημοκρατικής Πολιτείας, προσηλωμένης στις αρχές του ανθρωπισμού. Αλλά για το σκοπό αυτό το υφιστάμενο ήδη νομοθετικό πλαίσιο ήταν ίσως επαρκές. Με τον καινούργιο Νόμο –και παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις-- τίθεται υπό επιτήρηση η ελεύθερη έκφραση σκέψεων και ιδεών των Ελλήνων πολιτών, στοχοποιείται προκαταβολικά οποιοσδήποτε θα τολμήσει να διαμαρτυρηθεί για τα ανοιχτά σύνορα και για την ανυπαρξία μεταναστευτικής πολιτικής στη χώρα μας, στέλνεται στις μυρμηγκοφωλιές του Τρίτου Κόσμου το χαρμόσυνο μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να υποδεχτεί μετά βαΐων και κλάδων καινούργια στίφη λαθρομεταναστών και διατρανώνεται η ειλημμένη απόφαση της Ελληνικής Πολιτείας να ανεχτεί αν όχι και να ενθαρρύνει την αλλοίωση της εθνολογικής σύνθεσης του λαού μας με τη δραματική συρρίκνωση του ελληνικού στοιχείου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας πως οι λαθρομετανάστες είναι οργανωμένοι και έχουν ισχυρές διασυνδέσεις με κόμματα και ΜΚΟ, ότι οι εκπρόσωποί τους μιλούν και διαπραγματεύονται με ανώτατους αξιωματούχους της εκτελεστικής εξουσίας, ότι έχουν την υποστήριξη των ΜΜΕ, τα οποία ποδηγετούνται από την Κίρκη της «πολιτικής ορθότητας», ότι κάνουν επίδειξη δύναμης καταλαμβάνοντας πλατείες με το πρόσχημα της δημόσιας προσευχής και ότι εγκαθίστανται δυναμικά σε πανεπιστημιακές σχολές και δημόσια κτήρια, όπου, κραδαίνοντας τις σφιγμένες γροθιές τους, διατυπώνουν την αξίωση να υπαγορεύσουν στην Ελληνική Πολιτεία τους όρους τους, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι το καινούργιο νομοθέτημα, που καταπνίγει στη γένεσή τους διαμαρτυρίες ή και διαβήματα του ελληνικού λαού, δεν παρέχει απλώς προστασία σε αδύναμους μετανάστες. Τείνει, επιπλέον, να μετατρέψει τα στίφη των εισβολέων σε «εν δυνάμει» στρατό κατοχής!. Ο «στρατός» αυτής της άτυπης κατοχής όχι μόνο δε συναντά πλέον την παραμικρή αντίσταση στη σαρωτική προέλασή του, αλλά και έχει την αποδοχή, την έγκριση, την επιδοκιμασία και την πλήρη κάλυψη (νομοθετική, δικαστική, αστυνομική, διοικητική, οικονομική) της ίδιας της Ελληνικής Πολιτείας, εναντίον της οποίας στρέφεται.
Οι μαρτυρικοί κάτοικοι των «υπόδουλων» συνοικιών της Αθήνας, αυτών των «χαμένων πατρίδων» του 21. αιώνα –του Αγίου Παντελεήμονα, της Πλατείας Βικτωρίας, της Πλατείας Βάθη, του Κεραμεικού, του Μεταξουργείου, της Κυψέλης, των Πατησίων (ποιες άλλες έχουν σειρά-- πρέπει, λογικά, να αισθάνονται απροστάτευτοι και να νιώθουν το αίμα να παγώνει στις φλέβες τους. Η Ελληνική Πολιτεία έχει καταστήσει απολύτως σαφείς τις επιλογές της: συμπαράταξη με τον εισβολέα και προληπτικός σωφρονισμός του γηγενούς. Όποιος τολμήσει στο εξής να διαμαρτυρηθεί ή και να αντισταθεί, κινδυνεύει να πιαστεί από την τσιμπίδα του αντιρατσιστικού/αντιξενοφοβικού νόμου και να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Οι ωραιολογίες και οι εύηχες διακηρύξεις δεν πείθουν πλέον κανέναν. Το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης ακριβώς αυτές τις λαϊκές διαμαρτυρίες και αντιστάσεις αποσκοπεί να καταστείλει. Υπό τους αλαλαγμούς (αν όχι και με βάση τις καταγγελίες) των ΜΚΟ, των ταγμάτων εφόδου της Νέας Τάξης (αναρχικών-αντιεξουσιαστών) και των κατ' επάγγελμα «προοδευτικών» --με επί κεφαλής γνωστούς και μη εξαιρετέους πανεπιστημιακούς που δραστηριοποιούνται υπό την σκέπην των πτερύγων κάποιων ζάπλουτων «πατερούληδων»-- η ελληνική κοινωνία υποχρεώνεται να τηρήσει τη «σιγή των αμνών», ενώ οι λαθρομετανάστες αναδεικνύονται κυρίαρχοι του παιχνιδιού!
3. ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ
ΚΑΙ Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΊΠΠΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑΣ
Είναι πια καιρός να πάψουμε να παίζουμε με τις λέξεις, Κύριε Υπουργέ. Ορισμένες από αυτές όχι μόνο έχουν στιγματιστεί με αρνητικό περιεχόμενο, αλλά και χρησιμοποιούνται καταχρηστικά, ώστε να δηλώνονται κάποιες κατηγορίες ανθρώπων που δε χαρακτηρίζονται από την αντίστοιχη ιδιότητα. Να λέγονται, για παράδειγμα, «ρατσιστές» άνθρωποι που δεν είναι στ’ αλήθεια καθόλου ρατσιστές ή «ξενόφοβοι» άνθρωποι που δεν είναι στ’ αλήθεια καθόλου ξενόφοβοι και ούτω καθεξής. Είναι προφανές ότι με τη σημασιολογική διεύρυνση ορισμένων αρνητικά φορτισμένων λέξεων δεσμεύονται ευρύτατοι νοηματικοί τομείς, όπου κάποιοι επιτήδειοι παγιδεύουν με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς κάθε ανεπιθύμητο ή αντιφρονούντα. Να γιατί πρέπει να πασχίζουμε, ώστε οι λέξεις να αποκτήσουν ξανά το αληθινό νοηματικό περιεχόμενό τους. Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές, γιατί ποτέ τους δεν ισχυρίστηκαν ότι φυλετικά είναι ανώτεροι από τους άλλους λαούς. Αντίθετα, θεωρούν όλους τους ανθρώπους ίσους ανεξαρτήτως φυλής ή χρώματος. Απλώς, επιμένουν να διατηρήσουν ως λαός την ιδιαιτερότητά τους και να παραμείνουν Έλληνες. Και ποιοι είναι, τελικά, Έλληνες; Δεν είναι αυτοί που έχουν κάποια ιδιαίτερα φυλετικά χαρακτηριστικά, χάρη στα οποία υπερέχουν έναντι των άλλων. Η εθνικότητα δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη ζωολογία! Η λέξη «Έλληνες» δηλώνει, σύμφωνα με τον Ισοκράτη, περισσότερο μια νοοτροπία παρά μια καταγωγή, άρα Έλληνες είναι όσοι μετέχουν όχι τόσο στη φυσική μας καταγωγή όσο στον ευρύτερα νοούμενο πολιτισμό μας, με την έννοια ότι γίνονται κοινωνοί του, τον αποδέχονται, τον ενστερνίζονται, τον εσωτερικεύουν και, προ πάντων, συμπεριφέρονται κατά τις υπαγορεύσεις και τους προσδιορισμούς του: «kaˆ tÕ tîn `Ell»nwn Ônoma pepo…hken mhkšti toà gšnouj, ¢ll¦ tÁj diano…aj doke‹n e�nai, kaˆ m©llon “Ellhnaj kale‹sqai toÝj tÁj paideÚsewj tÁj ¹metšraj À toÝj tÁj koinÁj fÚsewj metšcontaj» (Πανηγυρικός, 50, 4-.
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται ο κόμπος του προβλήματος. Για το θέμα που μας απασχολεί, υπάρχει ήδη ο ισχύων Νόμος 927/1979, αλλά χρειαζόταν κάτι πιο άμεσο και πιο δραστικό (για την ακρίβεια: περισσότερο «δρακόντειο»). Γι’ αυτό και ο συντάκτης της Αιτιολογικής Έκθεσης δεν έλαβε καν τον κόπο να συγκαλύψει τις προθέσεις του. Αντίθετα, στο άρθρο 3 δηλώνει με αφοπλιστικό κυνισμό ότι παρίσταται ανάγκη να εισαχθεί ένα βελτιωμένο και περισσότερο σύγχρονο νομοθέτημα «λόγω των σοβαρών προκλήσεων που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας κατά τη μετάβασή της σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπου η ισότιμη προστασία όλων των ατόμων, ανεξάρτητα από τα φυσικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους (…) προβάλλει ως πρωταρχική υποχρέωση του κράτους». Η Νέα Τάξη είναι εδώ και εξαποστέλλει με συνοπτικές διαδικασίες τον Ισοκράτη στα αζήτητα!
Και μη μου πείτε, Κύριε Υπουργέ, ότι κινδυνολογώ και υπερβάλλω. Αν Έλληνες είναι οι μετέχοντες της «παιδεύσεώς» μας, δηλαδή του πολιτισμού μας, τότε η ελληνικότητα στηρίζεται στον ελληνικό πολιτισμό. Άρα η πολυπολιτισμικότητα, η οποία καταργεί την κυριαρχία του ελληνικού πολιτισμού στην ελληνική επικράτεια, μοιραίως ακυρώνει την ελληνικότητα στην ίδια την κοιτίδα της, δηλαδή την Ελλάδα.
Αν το καλοσκεφτούμε, η πολυπολιτισμικότητα πετυχαίνει ειρηνικά και αναίμακτα ό,τι δεν κατόρθωσαν οι ποικιλώνυμοι εχθροί του ελληνισμού στη διάρκεια της τρισχιλιετούς ιστορίας του. Αυτή η αθώα και ελκυστική έννοια της πολυπολιτισμικότητας, που στη συνείδηση των αφελών με τις ναρκωμένες αντιστάσεις δημιουργεί τους συνειρμούς της ανοχής απέναντι στο διαφορετικό, της πολυφωνίας και της ανθρώπινης επικοινωνίας, είναι μια θανάσιμη παγίδα για το ελληνικό έθνος, ένας Δούρειος Ίππος που οι σύγχρονοι Σίνωνες τον τοποθετούν στο κέντρο της εκπαίδευσης και της κοινωνίας μας με την προοπτική να αλώσουν και να εξαλείψουν την ελληνικότητά μας
Εδώ πρέπει να είμαστε σαφείς και κατηγορηματικοί: η καταπολέμηση του ρατσισμού είναι απλώς ένα πρόσχημα και μια δικαιολογία.. Ουδείς Έλληνας –ας το επαναλάβουμε-- φέρεται εχθρικά στον αλλογενή, επειδή τάχα τα φυλετικά χαρακτηριστικά του τελευταίου διαφέρουν από εκείνα του γηγενούς. Και ο νομοθέτης, που αυτά όλα τα γνωρίζει πολύ καλά έστω και αν προσποιείται ότι τα αγνοεί, κατά βάθος είναι παγερώς αδιάφορος απέναντι στον κίνδυνο ενός «stricto sensu» ρατσισμού. Στην ουσία, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι κάτι διαφορετικό και παραπολύ απλό. Να ελαχιστοποιηθούν ως την οριστική εξαφάνισή τους, αν είναι δυνατόν, οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας, την ώρα κατά την οποία: α) θα εξακολουθήσουν να εισβάλλουν στη χώρα μας ανεμπόδιστα τα στίφη των λαθρομεταναστών και β) θα εγκαθιδρύεται σταδιακά η «πολυπολιτισμικότητα», εξαιτίας της οποίας αλλοιώνεται η εθνολογική σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού και συντελείται η κοινωνική και εθνική αποδόμηση της χώρας. Μετατραπήκαμε άραγε ξαφνικά σε ιδανικούς αυτόχειρες ή μήπως πάσχουμε από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης και δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει;
4. Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΥΣ ΈΛΛΗΝΕΣ. Ή ΜΗΠΩΣ ΟΧΙ;
Οι Έλληνες, Κύριε Υπουργέ, σέβονται την ιδιοπροσωπία όλων των λαών της γης και τιμούν τον πολιτισμό τους, αλλά επιμένουν να παραμείνουν κύριοι του οίκου τους – του Ελληνικού τους οίκου! Δεν είναι διατεθειμένοι να πάψουν να πιστεύουν και να διαλαλούν πως η πατρίδα τους, που τα βουνά και οι κάμποι της έχουν ποτιστεί με το αίμα των ηρώων της, ανήκει στους Έλληνες και σε κανέναν άλλο. Και αν θέλουμε να είμαστε έντιμοι, αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το ρατσισμό. Μήπως, όμως, έχει σχέση με την ξενοφοβία; Η απάντηση είναι ότι και εδώ η λέξη χάνει τη σημασία της. Ούτε είναι κανείς ούτε δεν είναι από τη φύση του ξενόφοβος. Απλώς, υιοθετεί θετική ή αρνητική στάση απέναντι στους ξένους της χώρας του ανάλογα με τις ιστορικές, τις πολιτικές και τις οικονομικοκοινωνικές συνθήκες.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, για παράδειγμα, ήμαστε όλοι ξενόφοβοι απέναντι στους Γερμανούς και τους Ιταλούς. Αντίθετα, μερικές δεκαετίες αργότερα, βλέπαμε με πολλή συμπάθεια τα καραβάνια των ξένων τουριστών να επισκέπτονται την Ελλάδα και να μας αφήνουν το ωραίο τους συνάλλαγμα. Με πολλή, επίσης, συμπάθεια θα βλέπαμε πολλούς από τους ξένους, οι οποίοι έχουν καταλάβει σήμερα τις κεντρικές συνοικίες της Αθήνας, να έχουν επωφεληθεί από μια ορθολογική μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας, που θα επέτρεπε την είσοδο συγκεκριμένου αριθμού οικονομικών μεταναστών για προκαθορισμένη και υποκείμενη σε ανανέωση χρονική διάρκεια. Και μάλιστα σε όσους από αυτούς θα ήταν διατεθειμένοι να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία και να μετάσχουν «tÁj paideÚsewj tÁj ¹metšraj», θα έδινε με κάποιες διαδικασίες τη δυνατότητα να γίνουν Έλληνες.
Το ότι όμως η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών είναι αγανακτισμένη από τη γενικευμένη παραλυσία και ασυδοσία με αποτέλεσμα να μη θέλει λαθρομετανάστες στη χώρα μας δεν αποτελεί ξενοφοβία.
Είναι λογική αντίδραση σε μια κατάσταση έκρυθμη και πολλαπλώς απειλητική. Οι Έλληνες πολίτες, που μια ζωή πληρώνουν φόρους, που με το υστέρημά τους στηρίζουν τα ασφαλιστικά ταμεία τους, που έχουν υπομείνει λιτότητες και έχουν υποστεί στερήσεις για ένα καλύτερο αύριο, που με το αίμα της καρδιάς τους συνέβαλαν στη δημιουργία κάποιων υποτυπωδών κοινωνικών αγαθών στη δύσμοιρη αυτή χώρα, γιατί θα πρέπει να κλείσουν τα μάτια την ώρα που η πατρίδα τους αλώνεται εξ απήνης και η ζωή τους υποβαθμίζεται;
Άλλωστε, δεν πρόκειται για μετανάστες που ήρθαν νόμιμα στη χώρα μας για να καλύψουν υπαρκτές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό ούτε για αληθινούς πολιτικούς πρόσφυγες, οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι αριθμητικώς αμελητέοι. Πρόκειται για στίφη ειρηνικών (επί του παρόντος) αλλά οπωσδήποτε παράνομων εισβολέων, που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη γλώσσα, τη νοοτροπία, την κουλτούρα και τις έγνοιες των Ελλήνων. Οι άνθρωποι αυτοί δε διαθέτουν τίποτα περισσότερο από τα προσωπικά προβλήματά τους και δεν απαιτούν τίποτα λιγότερο από το να τους επωμιστεί και να τους αποκαταστήσει μια χώρα, στο εσωτερικό της οποίας είναι ξένα σώματα και η οποία έχει από κάθε άποψη φτάσει προ πολλού στα όριά της.
Βέβαια, η συνωμοσιολογία δεν είναι πάντοτε καλός σύμβουλος και η εθνική μανία καταδίωξης μπορεί να οδηγήσει σε κυνήγι μαγισσών. Είναι, όμως, δύσκολο να μην αναρωτηθούμε πώς αυτοί οι εξαθλιωμένοι εισβολείς βρίσκουν αρκετές χιλιάδες δολάρια ο καθένας για να πληρώσουν τους «δουλεμπόρους» (άλλη κακοποιημένη λέξη!) και ποιος τους δασκαλεύει να κραδαίνουν από ένα τυπωμένο χαρτί με τα δικαιώματά τους. Δε χρειάζεται πολλή σκέψη για να συμπεράνει κανείς ότι κάποιοι τους χρηματοδοτούν, τους οργανώνουν και τους «σπρώχνουν» στην Ελλάδα για λόγους που εύκολα μπορούμε να μαντέψουμε. Οπότε, Κύριε Υπουργέ, πριν φιμώσει ο νόμος σας κάθε αντίρρηση, διαμαρτυρία ή αντίδραση σε αυτή τη θεσμοθετημένη άλωση του Ελληνικού Κράτους, θα έπρεπε να δοθεί προηγουμένως απάντηση στα ακόλουθα βασανιστικά ερωτήματα:
5. ΜΕΡΙΚΑ ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ
• Με βάση ποια λογική η Ελλάδα πρέπει να γίνει ο χώρος υποδοχής των απανταχού της γης κατατρεγμένων, καταπιεσμένων και εξαθλιωμένων; Υπάρχει κάποιο ιστορικό συμβόλαιο που να μας επιβάλλει, στο όνομα της απανταχού της γης δυστυχίας, να δυστυχήσουμε και εμείς (ακόμη περισσότερο από ό,τι δυστυχούμε ήδη) στην ίδια την πατρίδα μας;
• Σεβόμαστε τον πόνο των αλλοδαπών –τον ανθρώπινο πόνο, γενικότερα-- και πονάμε βλέποντάς τους να υποφέρουν. Πονάμε, όμως, περισσότερο τους Έλληνες, τους ομοεθνείς μας, που η λαθρομετανάστευση τους βλάπτει πολλαπλά. Δεν ήρθαμε από το πουθενά και δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα και σε κανέναν. Γεννηθήκαμε και ζούμε στην πατρίδα μας και έχουμε κάθε δικαίωμα να νιώθουμε και να «λειτουργούμε» κατ’ αυτόν τον τρόπο. Με ποια λογική χαρακτηριζόμαστε γι’ αυτό ρατσιστές και ξενόφοβοι και με ποια αιτιολογία ποινικοποιούνται τα συναισθήματα, η σκέψη μας και η ελεύθερη έκφραση των ιδεών μας, επειδή θα μπορούσαν τάχα να προκαλέσουν «εχθροπάθεια»;
• Ακόμη και αν δεχτούμε πως οι μετακινήσεις πληθυσμών προκαλούνται στις μέρες μας από τα καινούργια δεδομένα που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση σε συνδυασμό με την πολιτική αστάθεια και την οικονομική εξαθλίωση αρκετών περιοχών της Ασίας και της Αφρικής, ποια μέτρα έλαβε (και πόσο αποτελεσματικά τα εφήρμοσε) η Ελλάδα για να προστατέψει τα σύνορά της, με πόση πειστικότητα διακήρυξε urbi et orbi ότι δε θέλει λαθρομετανάστες στα εδάφη της και, τέλος, πόσο αποφασιστικά πίεσε τους εξ ανατολών γείτονές της, προκειμένου να σεβαστούν τις επιθυμίες της, αντί να περιορίζεται κάθε φορά σε χλιαρά διαβήματα και σε πλατωνικές διαμαρτυρίες προς αυτούς; Γενικότερα, διαμόρφωσε ποτέ η Ελλάδα μια σοβαρή και αξιόπιστη μεταναστευτική πολιτική;
• Ακόμη και αν η Ελλάδα δεσμεύεται από συνθήκες που με απίστευτη ενδοτικότητα και απρονοησία είχαν κάποτε σπεύσει ορισμένοι να υπογράψουν (η χρόνια νόσος του «καλού και υπάκουου παιδιού» κατατρύχει ανέκαθεν την εξωτερική πολιτική μας), πού είναι άραγε η στοιχειώδης εκείνη ελληνική λεβεντιά, που θα επέβαλλε σε τέτοιες περιπτώσεις τη μονομερή καταγγελία ή, έστω, τη σθεναρή επαναδιαπραγμάτευση αυτών των επαχθέστατων συνθηκών την ώρα που η κατάσταση για την πατρίδα μας έχει φτάσει πια στο «μη περαιτέρω»;
• Ποιος, αλήθεια, ρώτησε ποτέ τους Έλληνες αν θέλουν η ελληνική κοινωνία να γίνει πολυπολιτισμική; Ποιος τους ζήτησε ποτέ να συγκατατεθούν, προκειμένου η πλειονότητα των κατοίκων της Ελλάδας, σε ένα ορατό μέλλον, να μην είναι Έλληνες; Ποιος τους κάλεσε ποτέ να αποφασίσουν ότι η Ελλάδα δε θα ανήκει μελλοντικά στους Έλληνες αλλά στους λαθρομετανάστες; Και αν, όπως θα συμφωνούσε κάθε καλόπιστος, οι Έλληνες ουδέποτε κατέληξαν συνειδητά και υπεύθυνα --«μετά λόγου γνώσεως»-- σε απόφαση σχετικά με το τεράστιο αυτό θέμα, τότε ποιοι ανέλαβαν την ιστορική ευθύνη να αποφασίσουν για λογαριασμό τους, αδιαφορώντας αν έτσι τους οδηγήσουν σταδιακά στον εθνικό αφανισμό;
• Ποια κατάρα, τελικά, βαραίνει τη δύσμοιρη αυτή χώρα, ώστε οι ταγοί της να δείχνουν ανοχή –«πάλαι τε και επ’ εσχάτων»-- σε οτιδήποτε μειώνει την εθνική κυριαρχία μας, αλλοιώνει την ιστορική μας ιδιοπροσωπία και τείνει να μετατρέψει την Ελλάδα σε ένα ουδετεροεθνές μόρφωμα;
Η Ιστορία διδάσκει ότι τα έθνη σηκώνονται όρθια και αποδύονται σε σκληρούς αγώνες, όταν διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη και η επιβίωσή τους. Αντίθετα, όσα δεν έχουν τη θέληση και τη δύναμη να το κάνουν (αλήθεια, πού ξέμεινε εκείνο το περίφημο φράγμα που ΘΑ ύψωνε στον Έβρο ο κ. Παπουτσής; …), σε μια πρώτη φάση απαλείφουν από τον τίτλο του Υπουργείου Παιδείας τον επιθετικό προσδιορισμό «Εθνικής» χωρίς ποτέ να εξηγήσουν γιατί. Και, σε μια δεύτερη, εκφοβίζουν με έναν «αντιρατσιστικό» και «αντιξενοφοβικό» νόμο το «νοικοκύρη», επειδή δεν πρέπει με τίποτα να ενοχληθεί ο εισβολέας, καθώς θα απολαμβάνει την ασυλία του. Και δόξα τω Θεώ!
6. ΔΩΣΤΕ ΜΑΣ ΠΙΣΩ ΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΜΑΣ!
Ο αντιρατσιστικός / αντιξενοφοβικός νόμος, Κύριε Υπουργέ, δεν πρόκειται να «περπατήσει» ούτε να οδηγήσει πουθενά. Δε χρειάζονται νομικές γνώσεις για να το καταλάβει κανείς, ο κοινός νους είναι και με το παραπάνω αρκετός. Πρώτα πρώτα, δεν αποκλείεται να κριθεί αντισυνταγματικός. Έπειτα, είναι πολύ πιθανό να αποδειχτεί ανεφάρμοστος. Αλλά το πιο σημαντικό είναι οι παρενέργειές του σε θέματα ουσίας. Ενώ υποτίθεται ότι θα καταστείλει στην Ελλάδα το ρατσισμό και την ξενοφοβία, η ύπαρξη των οποίων αμφισβητείται βάσιμα, στην ουσία θα προκαλέσει και θα γιγαντώσει ρατσιστικές και ξενοφοβικές τάσεις στην ελληνική κοινωνία ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Ο Έλληνας μπορεί να οδηγηθεί από αντίδραση εκεί ακριβώς, όπου εσείς επιχειρείτε με ποινικές κυρώσεις να του απαγορεύσετε να πάει. Όταν συνειδητοποιεί ότι τον αδικούν μέσα στο ίδιο του το σπίτι, γίνεται έξω φρενών και εξεγείρεται.. Το όλο πρόβλημα είναι τεράστιο και η επίλυσή του αφορά ολόκληρη την Κυβέρνηση και όχι έναν, μόνο, Υπουργό, έστω και αν αυτός είναι ικανός και γενναίος, όπως εσείς. Είναι λάθος να μπαίνει το βόδι πίσω από το αλέτρι. Αντί να χτυπάτε με αυστηρές ποινές τα αποτελέσματα, χτυπήστε αποφασιστικά τα πραγματικά αίτια που προκαλούν τις στρεβλώσεις και τα αδιέξοδα.
Αν θέλετε να ματαιώσετε στη γένεσή τους το ρατσισμό και την ξενοφοβία στη χώρα μας, θωρακίστε αποφασιστικά τα χερσαία και τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, επαναπροωθήστε συστηματικά τους λαθρομετανάστες στους τόπους προέλευσής τους και ξαναδώστε στους μαρτυρικούς κατοίκους της Αθήνας τις «χαμένες» γειτονιές τους. Όμως, αυτό πρέπει να γίνει σήμερα ή καλύτερα «χτες», Κύριε Υπουργέ, και όχι αφού πρώτα «συντονιστείτε» ως Κυβέρνηση, γιατί ως τότε η Ελλάδα μπορεί να έχει γίνει Καμπούλ ή Ισλαμαμπάντ! ΑΘΗΝΑ, 2 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011
ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΤΙΜΗ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΑΤΣΙΜΑΝΗΣ
Κρατικός Διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Σορβόνης
Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών
Επίκ. Σύμβουλος/τ. Αντιπρόεδρος του Π.Ι.
ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΣΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΥΡΙΟ ΧΑΡΗ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗ
________________________
Αξιότιμε Κύριε Υπουργέ,
Ανταποκρινόμενος στην ανοιχτή πρόσκληση για συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με το παρακάτω σχέδιο νόμου, απευθύνομαι σε σας όχι μόνο γιατί είστε ο «καθ’ ύλην» αρμόδιος, αλλά και γιατί ανήκω στον μεγάλο αριθμό των συμπολιτών μου, οι οποίοι σας θεωρούν πολιτικό έντιμο, άφθαρτο, ανοιχτό στο διάλογο και ανεκτικό στον αντίλογο. Σας δηλώνω, λοιπόν, εξαρχής ότι διάβασα στον αθηναϊκό τύπο αλλά και στην οικεία ιστοσελίδα τα σχετικά με τη νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την «Καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου» και ομολογώ ότι έμεινα εμβρόντητος.
1. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΟΡΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΙΣ ΑΥΣΤΗΡΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
Στέκομαι πρόχειρα σε τέσσερα, μόνο, χαρακτηριστικά σημεία:
α) Στο άρθρο 3 της Αιτιολογικής Έκθεσης: «Οι ρατσιστικές και ξενοφοβικές εκδηλώσεις συνιστούν απειλή για τις ομάδες και τα πρόσωπα, που γίνονται στόχος τους, γι’ αυτό απαιτείται η παροχή από το κράτος αυξημένου βαθμού προστασίας με τη λήψη μέτρων και χρησιμοποιώντας (sic), μεταξύ άλλων και τα μέσα του ποινικού δικαίου».
β) Στο άρθρο 3 του Σχεδίου Νόμου: «Όποιος από πρόθεση δημόσια προφορικά ή δια του τύπου ή μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή εχθροπάθεια κατά ομάδας ή προσώπου, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή (…) κατά τρόπο που μπορεί να εκθέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή χιλίων έως πέντε χιλιάδων (1.000 -5.000) ευρώ».
γ) Στο άρθρο 5α της Αιτιολογικής Έκθεσης: «Εξασφαλίζεται ότι η διερεύνηση και ποινική δίωξη των εγκλημάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας γίνεται αυτεπάγγελτα και δεν εξαρτάται από αναφορές ή καταγγελίες των θυμάτων, τα οποία είναι συχνά ιδιαιτέρως ευάλωτα και διστάζουν να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες».
Και δ) στον αλλόκοτο εκείνο νεολογισμό «εχθροπάθεια», ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Σχεδίου Νόμου, «θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος τόσο στην καλλιέργεια όσο και στην εξωτερίκευση αισθημάτων μίσους και αντιπαλότητας».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η παρουσία της ασάφειας, της γενικότητας και της αοριστολογίας είναι σε τέτοιο βαθμό αισθητή,, ώστε να προεξοφλεί κανείς πως η δαμόκλειος σπάθη της αυτεπάγγελτης δίωξης για εκδηλώσεις ρατσισμού ή ξενοφοβίας θα κρέμεται ανά πάσα στιγμή πάνω από το κεφάλι οποιουδήποτε επιμένει να σκέπτεται και να εκφράζεται ελεύθερα.
Σε απλά ελληνικά, Κύριε Υπουργέ, κάθε λογής αντίσταση στην άλωση του ελληνικού κράτους από τους λαθρομετανάστες (γιατί περί αυτoύ πρόκειται) θα μπορεί με συνοπτικές διαδικασίες να αποτελέσει ποινικό αδίκημα και να επισύρει αυστηρές κυρώσεις. Είτε πρόκειται για διαμαρτυρία είτε για καταγγελία είτε για διαδήλωση. Ακόμη και η εμπεριστατωμένη ανάλυση με δεδομένα και στατιστικά στοιχεία ή η αποδεικτικά θεμελιωμένη αρθρογραφία πολύ φοβάμαι ότι θα φιμωθούν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Όσο για το έσχατο προπύργιο της ελεύθερης σκέψης, τα blogs, αυτό έχει ήδη στοχοποιηθεί και θα ριχτεί με συνοπτικές διαδικασίες στην πυρά. Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες: από τη στιγμή που ο αποδέκτης της διαμαρτυρίας ή και της αγανάκτησης μπορεί, αξιοποιώντας τη θολή και ακαθόριστη ρετσινιά του «ρατσισμού» ή της «ξενοφοβίας», να εγκαλέσει το διαμαρτυρόμενο και να μετατραπεί σε εισαγγελέα και δικαστή του, ΟΛΑ είναι δυνατά. Πολύ περισσότερο, όταν μεταξύ των λαθρομεταναστών θα βρίσκονται κάθε φορά πολλοί και πρόθυμοι μάρτυρες κατηγορίας, αν όχι και καταδότες…
Βέβαια, στο άρθρο 4 της Αιτιολογικής Έκθεσης ο νομοθέτης δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι οι παραπάνω διατάξεις ενέχουν τον κίνδυνο «προσβολής του ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης» και γι’ αυτό συνιστά «να αποφεύγεται η ποινική απαξίωση εκδηλώσεων που θεωρούνται εντελώς απρόσφορες να οδηγήσουν στη θυματοποίηση συγκεκριμένης ομάδας ή προσώπου εξαιτίας των φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους…». Ως πού φτάνει, όμως, αυτή η ειλικρινής ευαισθησία για την ελευθερία της έκφρασης και από πού αρχίζει η «από πρόθεση» --μέσω του δημόσιου προφορικού λόγου, του τύπου ή του διαδικτύου-- πρόκληση της περίφημης «εχθροπάθειας» κατά ομάδας ή προσώπου; Και ποιο είναι άραγε το κρίσιμο σημείο, εκείθεν του οποίου θα ελλοχεύει κάθε φορά ο κίνδυνος να διασαλευτεί εξαιτίας αυτής της «εχθροπάθειας» η δημόσια τάξη και να απειληθούν οι ομάδες και τα πρόσωπα, καθώς και τα δικαιώματά τους; Αρμόδιοι να απαντήσουν σε παρόμοια ερωτήματα είναι μόνο οι ειδικοί, στους οποίους, από ό,τι φαίνεται, διανοίγεται πλέον στάδιον δόξης λαμπρόν… Πιστεύω, πάντως, ότι δε θα ήταν άσχετη με το ευρύτερο πνεύμα της δημόσιας διαβούλευσης η γενικότερη και γι’ αυτό βαθύτερη και εκτενέστερη προσέγγιση του τεράστιου προβλήματος της λαθρομετανάστευσης και των παρενεργειών της στη χώρα μας, εξαιτίας των οποίων, προφανώς, το υπό συζήτηση νομοθέτημα κρίθηκε απαραίτητο.
2. ΑΔΥΝΑΜΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ Η ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΤΟΧΗΣ;
Κανένας δεν ισχυρίστηκε ποτέ, Κύριε Υπουργέ, πως οι λαθρομετανάστες πρέπει να αφεθούν στο έλεος εμπρηστικών καταγγελιών και εξτρεμιστικών ομάδων. Εφόσον βρίσκονται –για όσο καιρό ακόμη θα βρίσκονται και αναξαρτήτως του πώς βρέθηκαν-- στη χώρα μας, δικαιούνται να απολαύσουν την προστασία μιας ευνομούμενης δημοκρατικής Πολιτείας, προσηλωμένης στις αρχές του ανθρωπισμού. Αλλά για το σκοπό αυτό το υφιστάμενο ήδη νομοθετικό πλαίσιο ήταν ίσως επαρκές. Με τον καινούργιο Νόμο –και παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις-- τίθεται υπό επιτήρηση η ελεύθερη έκφραση σκέψεων και ιδεών των Ελλήνων πολιτών, στοχοποιείται προκαταβολικά οποιοσδήποτε θα τολμήσει να διαμαρτυρηθεί για τα ανοιχτά σύνορα και για την ανυπαρξία μεταναστευτικής πολιτικής στη χώρα μας, στέλνεται στις μυρμηγκοφωλιές του Τρίτου Κόσμου το χαρμόσυνο μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να υποδεχτεί μετά βαΐων και κλάδων καινούργια στίφη λαθρομεταναστών και διατρανώνεται η ειλημμένη απόφαση της Ελληνικής Πολιτείας να ανεχτεί αν όχι και να ενθαρρύνει την αλλοίωση της εθνολογικής σύνθεσης του λαού μας με τη δραματική συρρίκνωση του ελληνικού στοιχείου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας πως οι λαθρομετανάστες είναι οργανωμένοι και έχουν ισχυρές διασυνδέσεις με κόμματα και ΜΚΟ, ότι οι εκπρόσωποί τους μιλούν και διαπραγματεύονται με ανώτατους αξιωματούχους της εκτελεστικής εξουσίας, ότι έχουν την υποστήριξη των ΜΜΕ, τα οποία ποδηγετούνται από την Κίρκη της «πολιτικής ορθότητας», ότι κάνουν επίδειξη δύναμης καταλαμβάνοντας πλατείες με το πρόσχημα της δημόσιας προσευχής και ότι εγκαθίστανται δυναμικά σε πανεπιστημιακές σχολές και δημόσια κτήρια, όπου, κραδαίνοντας τις σφιγμένες γροθιές τους, διατυπώνουν την αξίωση να υπαγορεύσουν στην Ελληνική Πολιτεία τους όρους τους, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι το καινούργιο νομοθέτημα, που καταπνίγει στη γένεσή τους διαμαρτυρίες ή και διαβήματα του ελληνικού λαού, δεν παρέχει απλώς προστασία σε αδύναμους μετανάστες. Τείνει, επιπλέον, να μετατρέψει τα στίφη των εισβολέων σε «εν δυνάμει» στρατό κατοχής!. Ο «στρατός» αυτής της άτυπης κατοχής όχι μόνο δε συναντά πλέον την παραμικρή αντίσταση στη σαρωτική προέλασή του, αλλά και έχει την αποδοχή, την έγκριση, την επιδοκιμασία και την πλήρη κάλυψη (νομοθετική, δικαστική, αστυνομική, διοικητική, οικονομική) της ίδιας της Ελληνικής Πολιτείας, εναντίον της οποίας στρέφεται.
Οι μαρτυρικοί κάτοικοι των «υπόδουλων» συνοικιών της Αθήνας, αυτών των «χαμένων πατρίδων» του 21. αιώνα –του Αγίου Παντελεήμονα, της Πλατείας Βικτωρίας, της Πλατείας Βάθη, του Κεραμεικού, του Μεταξουργείου, της Κυψέλης, των Πατησίων (ποιες άλλες έχουν σειρά-- πρέπει, λογικά, να αισθάνονται απροστάτευτοι και να νιώθουν το αίμα να παγώνει στις φλέβες τους. Η Ελληνική Πολιτεία έχει καταστήσει απολύτως σαφείς τις επιλογές της: συμπαράταξη με τον εισβολέα και προληπτικός σωφρονισμός του γηγενούς. Όποιος τολμήσει στο εξής να διαμαρτυρηθεί ή και να αντισταθεί, κινδυνεύει να πιαστεί από την τσιμπίδα του αντιρατσιστικού/αντιξενοφοβικού νόμου και να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Οι ωραιολογίες και οι εύηχες διακηρύξεις δεν πείθουν πλέον κανέναν. Το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης ακριβώς αυτές τις λαϊκές διαμαρτυρίες και αντιστάσεις αποσκοπεί να καταστείλει. Υπό τους αλαλαγμούς (αν όχι και με βάση τις καταγγελίες) των ΜΚΟ, των ταγμάτων εφόδου της Νέας Τάξης (αναρχικών-αντιεξουσιαστών) και των κατ' επάγγελμα «προοδευτικών» --με επί κεφαλής γνωστούς και μη εξαιρετέους πανεπιστημιακούς που δραστηριοποιούνται υπό την σκέπην των πτερύγων κάποιων ζάπλουτων «πατερούληδων»-- η ελληνική κοινωνία υποχρεώνεται να τηρήσει τη «σιγή των αμνών», ενώ οι λαθρομετανάστες αναδεικνύονται κυρίαρχοι του παιχνιδιού!
3. ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ
ΚΑΙ Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΊΠΠΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑΣ
Είναι πια καιρός να πάψουμε να παίζουμε με τις λέξεις, Κύριε Υπουργέ. Ορισμένες από αυτές όχι μόνο έχουν στιγματιστεί με αρνητικό περιεχόμενο, αλλά και χρησιμοποιούνται καταχρηστικά, ώστε να δηλώνονται κάποιες κατηγορίες ανθρώπων που δε χαρακτηρίζονται από την αντίστοιχη ιδιότητα. Να λέγονται, για παράδειγμα, «ρατσιστές» άνθρωποι που δεν είναι στ’ αλήθεια καθόλου ρατσιστές ή «ξενόφοβοι» άνθρωποι που δεν είναι στ’ αλήθεια καθόλου ξενόφοβοι και ούτω καθεξής. Είναι προφανές ότι με τη σημασιολογική διεύρυνση ορισμένων αρνητικά φορτισμένων λέξεων δεσμεύονται ευρύτατοι νοηματικοί τομείς, όπου κάποιοι επιτήδειοι παγιδεύουν με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς κάθε ανεπιθύμητο ή αντιφρονούντα. Να γιατί πρέπει να πασχίζουμε, ώστε οι λέξεις να αποκτήσουν ξανά το αληθινό νοηματικό περιεχόμενό τους. Και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές, γιατί ποτέ τους δεν ισχυρίστηκαν ότι φυλετικά είναι ανώτεροι από τους άλλους λαούς. Αντίθετα, θεωρούν όλους τους ανθρώπους ίσους ανεξαρτήτως φυλής ή χρώματος. Απλώς, επιμένουν να διατηρήσουν ως λαός την ιδιαιτερότητά τους και να παραμείνουν Έλληνες. Και ποιοι είναι, τελικά, Έλληνες; Δεν είναι αυτοί που έχουν κάποια ιδιαίτερα φυλετικά χαρακτηριστικά, χάρη στα οποία υπερέχουν έναντι των άλλων. Η εθνικότητα δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη ζωολογία! Η λέξη «Έλληνες» δηλώνει, σύμφωνα με τον Ισοκράτη, περισσότερο μια νοοτροπία παρά μια καταγωγή, άρα Έλληνες είναι όσοι μετέχουν όχι τόσο στη φυσική μας καταγωγή όσο στον ευρύτερα νοούμενο πολιτισμό μας, με την έννοια ότι γίνονται κοινωνοί του, τον αποδέχονται, τον ενστερνίζονται, τον εσωτερικεύουν και, προ πάντων, συμπεριφέρονται κατά τις υπαγορεύσεις και τους προσδιορισμούς του: «kaˆ tÕ tîn `Ell»nwn Ônoma pepo…hken mhkšti toà gšnouj, ¢ll¦ tÁj diano…aj doke‹n e�nai, kaˆ m©llon “Ellhnaj kale‹sqai toÝj tÁj paideÚsewj tÁj ¹metšraj À toÝj tÁj koinÁj fÚsewj metšcontaj» (Πανηγυρικός, 50, 4-.
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται ο κόμπος του προβλήματος. Για το θέμα που μας απασχολεί, υπάρχει ήδη ο ισχύων Νόμος 927/1979, αλλά χρειαζόταν κάτι πιο άμεσο και πιο δραστικό (για την ακρίβεια: περισσότερο «δρακόντειο»). Γι’ αυτό και ο συντάκτης της Αιτιολογικής Έκθεσης δεν έλαβε καν τον κόπο να συγκαλύψει τις προθέσεις του. Αντίθετα, στο άρθρο 3 δηλώνει με αφοπλιστικό κυνισμό ότι παρίσταται ανάγκη να εισαχθεί ένα βελτιωμένο και περισσότερο σύγχρονο νομοθέτημα «λόγω των σοβαρών προκλήσεων που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας κατά τη μετάβασή της σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπου η ισότιμη προστασία όλων των ατόμων, ανεξάρτητα από τα φυσικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους (…) προβάλλει ως πρωταρχική υποχρέωση του κράτους». Η Νέα Τάξη είναι εδώ και εξαποστέλλει με συνοπτικές διαδικασίες τον Ισοκράτη στα αζήτητα!
Και μη μου πείτε, Κύριε Υπουργέ, ότι κινδυνολογώ και υπερβάλλω. Αν Έλληνες είναι οι μετέχοντες της «παιδεύσεώς» μας, δηλαδή του πολιτισμού μας, τότε η ελληνικότητα στηρίζεται στον ελληνικό πολιτισμό. Άρα η πολυπολιτισμικότητα, η οποία καταργεί την κυριαρχία του ελληνικού πολιτισμού στην ελληνική επικράτεια, μοιραίως ακυρώνει την ελληνικότητα στην ίδια την κοιτίδα της, δηλαδή την Ελλάδα.
Αν το καλοσκεφτούμε, η πολυπολιτισμικότητα πετυχαίνει ειρηνικά και αναίμακτα ό,τι δεν κατόρθωσαν οι ποικιλώνυμοι εχθροί του ελληνισμού στη διάρκεια της τρισχιλιετούς ιστορίας του. Αυτή η αθώα και ελκυστική έννοια της πολυπολιτισμικότητας, που στη συνείδηση των αφελών με τις ναρκωμένες αντιστάσεις δημιουργεί τους συνειρμούς της ανοχής απέναντι στο διαφορετικό, της πολυφωνίας και της ανθρώπινης επικοινωνίας, είναι μια θανάσιμη παγίδα για το ελληνικό έθνος, ένας Δούρειος Ίππος που οι σύγχρονοι Σίνωνες τον τοποθετούν στο κέντρο της εκπαίδευσης και της κοινωνίας μας με την προοπτική να αλώσουν και να εξαλείψουν την ελληνικότητά μας
Εδώ πρέπει να είμαστε σαφείς και κατηγορηματικοί: η καταπολέμηση του ρατσισμού είναι απλώς ένα πρόσχημα και μια δικαιολογία.. Ουδείς Έλληνας –ας το επαναλάβουμε-- φέρεται εχθρικά στον αλλογενή, επειδή τάχα τα φυλετικά χαρακτηριστικά του τελευταίου διαφέρουν από εκείνα του γηγενούς. Και ο νομοθέτης, που αυτά όλα τα γνωρίζει πολύ καλά έστω και αν προσποιείται ότι τα αγνοεί, κατά βάθος είναι παγερώς αδιάφορος απέναντι στον κίνδυνο ενός «stricto sensu» ρατσισμού. Στην ουσία, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι κάτι διαφορετικό και παραπολύ απλό. Να ελαχιστοποιηθούν ως την οριστική εξαφάνισή τους, αν είναι δυνατόν, οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας, την ώρα κατά την οποία: α) θα εξακολουθήσουν να εισβάλλουν στη χώρα μας ανεμπόδιστα τα στίφη των λαθρομεταναστών και β) θα εγκαθιδρύεται σταδιακά η «πολυπολιτισμικότητα», εξαιτίας της οποίας αλλοιώνεται η εθνολογική σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού και συντελείται η κοινωνική και εθνική αποδόμηση της χώρας. Μετατραπήκαμε άραγε ξαφνικά σε ιδανικούς αυτόχειρες ή μήπως πάσχουμε από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης και δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει;
4. Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΥΣ ΈΛΛΗΝΕΣ. Ή ΜΗΠΩΣ ΟΧΙ;
Οι Έλληνες, Κύριε Υπουργέ, σέβονται την ιδιοπροσωπία όλων των λαών της γης και τιμούν τον πολιτισμό τους, αλλά επιμένουν να παραμείνουν κύριοι του οίκου τους – του Ελληνικού τους οίκου! Δεν είναι διατεθειμένοι να πάψουν να πιστεύουν και να διαλαλούν πως η πατρίδα τους, που τα βουνά και οι κάμποι της έχουν ποτιστεί με το αίμα των ηρώων της, ανήκει στους Έλληνες και σε κανέναν άλλο. Και αν θέλουμε να είμαστε έντιμοι, αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το ρατσισμό. Μήπως, όμως, έχει σχέση με την ξενοφοβία; Η απάντηση είναι ότι και εδώ η λέξη χάνει τη σημασία της. Ούτε είναι κανείς ούτε δεν είναι από τη φύση του ξενόφοβος. Απλώς, υιοθετεί θετική ή αρνητική στάση απέναντι στους ξένους της χώρας του ανάλογα με τις ιστορικές, τις πολιτικές και τις οικονομικοκοινωνικές συνθήκες.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, για παράδειγμα, ήμαστε όλοι ξενόφοβοι απέναντι στους Γερμανούς και τους Ιταλούς. Αντίθετα, μερικές δεκαετίες αργότερα, βλέπαμε με πολλή συμπάθεια τα καραβάνια των ξένων τουριστών να επισκέπτονται την Ελλάδα και να μας αφήνουν το ωραίο τους συνάλλαγμα. Με πολλή, επίσης, συμπάθεια θα βλέπαμε πολλούς από τους ξένους, οι οποίοι έχουν καταλάβει σήμερα τις κεντρικές συνοικίες της Αθήνας, να έχουν επωφεληθεί από μια ορθολογική μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας, που θα επέτρεπε την είσοδο συγκεκριμένου αριθμού οικονομικών μεταναστών για προκαθορισμένη και υποκείμενη σε ανανέωση χρονική διάρκεια. Και μάλιστα σε όσους από αυτούς θα ήταν διατεθειμένοι να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία και να μετάσχουν «tÁj paideÚsewj tÁj ¹metšraj», θα έδινε με κάποιες διαδικασίες τη δυνατότητα να γίνουν Έλληνες.
Το ότι όμως η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών είναι αγανακτισμένη από τη γενικευμένη παραλυσία και ασυδοσία με αποτέλεσμα να μη θέλει λαθρομετανάστες στη χώρα μας δεν αποτελεί ξενοφοβία.
Είναι λογική αντίδραση σε μια κατάσταση έκρυθμη και πολλαπλώς απειλητική. Οι Έλληνες πολίτες, που μια ζωή πληρώνουν φόρους, που με το υστέρημά τους στηρίζουν τα ασφαλιστικά ταμεία τους, που έχουν υπομείνει λιτότητες και έχουν υποστεί στερήσεις για ένα καλύτερο αύριο, που με το αίμα της καρδιάς τους συνέβαλαν στη δημιουργία κάποιων υποτυπωδών κοινωνικών αγαθών στη δύσμοιρη αυτή χώρα, γιατί θα πρέπει να κλείσουν τα μάτια την ώρα που η πατρίδα τους αλώνεται εξ απήνης και η ζωή τους υποβαθμίζεται;
Άλλωστε, δεν πρόκειται για μετανάστες που ήρθαν νόμιμα στη χώρα μας για να καλύψουν υπαρκτές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό ούτε για αληθινούς πολιτικούς πρόσφυγες, οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι αριθμητικώς αμελητέοι. Πρόκειται για στίφη ειρηνικών (επί του παρόντος) αλλά οπωσδήποτε παράνομων εισβολέων, που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη γλώσσα, τη νοοτροπία, την κουλτούρα και τις έγνοιες των Ελλήνων. Οι άνθρωποι αυτοί δε διαθέτουν τίποτα περισσότερο από τα προσωπικά προβλήματά τους και δεν απαιτούν τίποτα λιγότερο από το να τους επωμιστεί και να τους αποκαταστήσει μια χώρα, στο εσωτερικό της οποίας είναι ξένα σώματα και η οποία έχει από κάθε άποψη φτάσει προ πολλού στα όριά της.
Βέβαια, η συνωμοσιολογία δεν είναι πάντοτε καλός σύμβουλος και η εθνική μανία καταδίωξης μπορεί να οδηγήσει σε κυνήγι μαγισσών. Είναι, όμως, δύσκολο να μην αναρωτηθούμε πώς αυτοί οι εξαθλιωμένοι εισβολείς βρίσκουν αρκετές χιλιάδες δολάρια ο καθένας για να πληρώσουν τους «δουλεμπόρους» (άλλη κακοποιημένη λέξη!) και ποιος τους δασκαλεύει να κραδαίνουν από ένα τυπωμένο χαρτί με τα δικαιώματά τους. Δε χρειάζεται πολλή σκέψη για να συμπεράνει κανείς ότι κάποιοι τους χρηματοδοτούν, τους οργανώνουν και τους «σπρώχνουν» στην Ελλάδα για λόγους που εύκολα μπορούμε να μαντέψουμε. Οπότε, Κύριε Υπουργέ, πριν φιμώσει ο νόμος σας κάθε αντίρρηση, διαμαρτυρία ή αντίδραση σε αυτή τη θεσμοθετημένη άλωση του Ελληνικού Κράτους, θα έπρεπε να δοθεί προηγουμένως απάντηση στα ακόλουθα βασανιστικά ερωτήματα:
5. ΜΕΡΙΚΑ ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ
• Με βάση ποια λογική η Ελλάδα πρέπει να γίνει ο χώρος υποδοχής των απανταχού της γης κατατρεγμένων, καταπιεσμένων και εξαθλιωμένων; Υπάρχει κάποιο ιστορικό συμβόλαιο που να μας επιβάλλει, στο όνομα της απανταχού της γης δυστυχίας, να δυστυχήσουμε και εμείς (ακόμη περισσότερο από ό,τι δυστυχούμε ήδη) στην ίδια την πατρίδα μας;
• Σεβόμαστε τον πόνο των αλλοδαπών –τον ανθρώπινο πόνο, γενικότερα-- και πονάμε βλέποντάς τους να υποφέρουν. Πονάμε, όμως, περισσότερο τους Έλληνες, τους ομοεθνείς μας, που η λαθρομετανάστευση τους βλάπτει πολλαπλά. Δεν ήρθαμε από το πουθενά και δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα και σε κανέναν. Γεννηθήκαμε και ζούμε στην πατρίδα μας και έχουμε κάθε δικαίωμα να νιώθουμε και να «λειτουργούμε» κατ’ αυτόν τον τρόπο. Με ποια λογική χαρακτηριζόμαστε γι’ αυτό ρατσιστές και ξενόφοβοι και με ποια αιτιολογία ποινικοποιούνται τα συναισθήματα, η σκέψη μας και η ελεύθερη έκφραση των ιδεών μας, επειδή θα μπορούσαν τάχα να προκαλέσουν «εχθροπάθεια»;
• Ακόμη και αν δεχτούμε πως οι μετακινήσεις πληθυσμών προκαλούνται στις μέρες μας από τα καινούργια δεδομένα που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση σε συνδυασμό με την πολιτική αστάθεια και την οικονομική εξαθλίωση αρκετών περιοχών της Ασίας και της Αφρικής, ποια μέτρα έλαβε (και πόσο αποτελεσματικά τα εφήρμοσε) η Ελλάδα για να προστατέψει τα σύνορά της, με πόση πειστικότητα διακήρυξε urbi et orbi ότι δε θέλει λαθρομετανάστες στα εδάφη της και, τέλος, πόσο αποφασιστικά πίεσε τους εξ ανατολών γείτονές της, προκειμένου να σεβαστούν τις επιθυμίες της, αντί να περιορίζεται κάθε φορά σε χλιαρά διαβήματα και σε πλατωνικές διαμαρτυρίες προς αυτούς; Γενικότερα, διαμόρφωσε ποτέ η Ελλάδα μια σοβαρή και αξιόπιστη μεταναστευτική πολιτική;
• Ακόμη και αν η Ελλάδα δεσμεύεται από συνθήκες που με απίστευτη ενδοτικότητα και απρονοησία είχαν κάποτε σπεύσει ορισμένοι να υπογράψουν (η χρόνια νόσος του «καλού και υπάκουου παιδιού» κατατρύχει ανέκαθεν την εξωτερική πολιτική μας), πού είναι άραγε η στοιχειώδης εκείνη ελληνική λεβεντιά, που θα επέβαλλε σε τέτοιες περιπτώσεις τη μονομερή καταγγελία ή, έστω, τη σθεναρή επαναδιαπραγμάτευση αυτών των επαχθέστατων συνθηκών την ώρα που η κατάσταση για την πατρίδα μας έχει φτάσει πια στο «μη περαιτέρω»;
• Ποιος, αλήθεια, ρώτησε ποτέ τους Έλληνες αν θέλουν η ελληνική κοινωνία να γίνει πολυπολιτισμική; Ποιος τους ζήτησε ποτέ να συγκατατεθούν, προκειμένου η πλειονότητα των κατοίκων της Ελλάδας, σε ένα ορατό μέλλον, να μην είναι Έλληνες; Ποιος τους κάλεσε ποτέ να αποφασίσουν ότι η Ελλάδα δε θα ανήκει μελλοντικά στους Έλληνες αλλά στους λαθρομετανάστες; Και αν, όπως θα συμφωνούσε κάθε καλόπιστος, οι Έλληνες ουδέποτε κατέληξαν συνειδητά και υπεύθυνα --«μετά λόγου γνώσεως»-- σε απόφαση σχετικά με το τεράστιο αυτό θέμα, τότε ποιοι ανέλαβαν την ιστορική ευθύνη να αποφασίσουν για λογαριασμό τους, αδιαφορώντας αν έτσι τους οδηγήσουν σταδιακά στον εθνικό αφανισμό;
• Ποια κατάρα, τελικά, βαραίνει τη δύσμοιρη αυτή χώρα, ώστε οι ταγοί της να δείχνουν ανοχή –«πάλαι τε και επ’ εσχάτων»-- σε οτιδήποτε μειώνει την εθνική κυριαρχία μας, αλλοιώνει την ιστορική μας ιδιοπροσωπία και τείνει να μετατρέψει την Ελλάδα σε ένα ουδετεροεθνές μόρφωμα;
Η Ιστορία διδάσκει ότι τα έθνη σηκώνονται όρθια και αποδύονται σε σκληρούς αγώνες, όταν διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη και η επιβίωσή τους. Αντίθετα, όσα δεν έχουν τη θέληση και τη δύναμη να το κάνουν (αλήθεια, πού ξέμεινε εκείνο το περίφημο φράγμα που ΘΑ ύψωνε στον Έβρο ο κ. Παπουτσής; …), σε μια πρώτη φάση απαλείφουν από τον τίτλο του Υπουργείου Παιδείας τον επιθετικό προσδιορισμό «Εθνικής» χωρίς ποτέ να εξηγήσουν γιατί. Και, σε μια δεύτερη, εκφοβίζουν με έναν «αντιρατσιστικό» και «αντιξενοφοβικό» νόμο το «νοικοκύρη», επειδή δεν πρέπει με τίποτα να ενοχληθεί ο εισβολέας, καθώς θα απολαμβάνει την ασυλία του. Και δόξα τω Θεώ!
6. ΔΩΣΤΕ ΜΑΣ ΠΙΣΩ ΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΜΑΣ!
Ο αντιρατσιστικός / αντιξενοφοβικός νόμος, Κύριε Υπουργέ, δεν πρόκειται να «περπατήσει» ούτε να οδηγήσει πουθενά. Δε χρειάζονται νομικές γνώσεις για να το καταλάβει κανείς, ο κοινός νους είναι και με το παραπάνω αρκετός. Πρώτα πρώτα, δεν αποκλείεται να κριθεί αντισυνταγματικός. Έπειτα, είναι πολύ πιθανό να αποδειχτεί ανεφάρμοστος. Αλλά το πιο σημαντικό είναι οι παρενέργειές του σε θέματα ουσίας. Ενώ υποτίθεται ότι θα καταστείλει στην Ελλάδα το ρατσισμό και την ξενοφοβία, η ύπαρξη των οποίων αμφισβητείται βάσιμα, στην ουσία θα προκαλέσει και θα γιγαντώσει ρατσιστικές και ξενοφοβικές τάσεις στην ελληνική κοινωνία ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Ο Έλληνας μπορεί να οδηγηθεί από αντίδραση εκεί ακριβώς, όπου εσείς επιχειρείτε με ποινικές κυρώσεις να του απαγορεύσετε να πάει. Όταν συνειδητοποιεί ότι τον αδικούν μέσα στο ίδιο του το σπίτι, γίνεται έξω φρενών και εξεγείρεται.. Το όλο πρόβλημα είναι τεράστιο και η επίλυσή του αφορά ολόκληρη την Κυβέρνηση και όχι έναν, μόνο, Υπουργό, έστω και αν αυτός είναι ικανός και γενναίος, όπως εσείς. Είναι λάθος να μπαίνει το βόδι πίσω από το αλέτρι. Αντί να χτυπάτε με αυστηρές ποινές τα αποτελέσματα, χτυπήστε αποφασιστικά τα πραγματικά αίτια που προκαλούν τις στρεβλώσεις και τα αδιέξοδα.
Αν θέλετε να ματαιώσετε στη γένεσή τους το ρατσισμό και την ξενοφοβία στη χώρα μας, θωρακίστε αποφασιστικά τα χερσαία και τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, επαναπροωθήστε συστηματικά τους λαθρομετανάστες στους τόπους προέλευσής τους και ξαναδώστε στους μαρτυρικούς κατοίκους της Αθήνας τις «χαμένες» γειτονιές τους. Όμως, αυτό πρέπει να γίνει σήμερα ή καλύτερα «χτες», Κύριε Υπουργέ, και όχι αφού πρώτα «συντονιστείτε» ως Κυβέρνηση, γιατί ως τότε η Ελλάδα μπορεί να έχει γίνει Καμπούλ ή Ισλαμαμπάντ! ΑΘΗΝΑ, 2 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011
ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΤΙΜΗ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΑΤΣΙΜΑΝΗΣ
Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ HIGHTV - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
O Νίκος Καλογερόπουλος (γνωστός στήν Γενεύη Ελβετίας όπου διαμένει από το 1951 ως Dr Nicolas Kaloy), είναι Πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ και της London School of Economics, Πτυχιούχος Φιλοσοφίας και Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Γενεύης, συγγραφέας πολυαρίθμων βιβλίων και άρθρων πολιτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου και έχει εργαστεί ως στέλεχος Διεθνών Οργανισμών με κέντρο την Γενεύη από το 1951. Σήμερα συνταξιούχος, είναι Πρόεδρος της European League of Geneva, "Think Tank" με σκοπό την προώθηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης.
Πατήστε ΕΔΩ: ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ HIGH TV-1
Πατήστε ΕΔΩ: ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ HIGH TV-1
Κυριακή 6 Μαρτίου 2011
Ήφαιστος Παναγιώτης - Ο άθεος ως ηγέτης
Ο άθεος ως ηγέτης
Παναγιώτης Ήφαιστος, «Τύπος της Κυριακής» 31.1.2004
Στηλιτεύοντας τον πολιτικό ανορθολογισμό των άθεων «διαφωτιστών» ο μεγάλος μας στοχαστής Παναγιώτης Κονδύλης έγραψε ότι ανεξάρτητα των προσωπικών θρησκευτικών πεποιθήσεων του καθενός δεν μπορεί να παραβλεφτεί η σημασία των μεταφυσικών κατασκευών στον κοινωνικοπολιτικό βίο, στην διαμόρφωση των συλλογικών ταυτοτήτων, στην οικοδόμηση των εθνικών κοσμοθεωριών και στην διασφάλιση της πολιτικής κυριαρχίας ενός κράτους. Δυστυχώς, στην Ελλάδα η συζήτηση περί το ζήτημα περιορίζεται σε αστειότητες αρθρογράφων κυριακάτικων εφημερίδων οι οποίοι ειδικεύονται στην «περιπαικτική επιφυλλιδογραφία». Πρόκειται για μια παρδαλή μάζα στοχαστικών υπολειμμάτων των πιο ακραίων «άθεων» και «εταιρικών» αντιλήψεων τα οποία όντας πνευματικά βαθιά νυχτωμένα κόλλησαν στο τέλμα της θεοκρατικής-κοσμικής διαμάχης του 15ου αιώνα. Συχνά λοιπόν ο Διαφωτισμός ισοπεδώνεται, απλουστεύεται και προσαρμόζεται στις εφήμερες επικοινωνιακές ανάγκες της εργολαβικής αντι-Εκκλησιαστικής εκστρατείας και στην αβυσσαλέα υποκειμενική γνώμη του εκάστοτε επιφυλλιδογράφου.
Ποιοι είναι λοιπόν φανατικοί και ποιοι έχουν τρικυμισμένο εγκέφαλο; Ποιος πολιτικός ηγέτης είναι άθεος και τι σημαίνει αυτό για την διακυβέρνηση της Ελλάδας; Έχουμε ή δεν έχουμε δικαίωμα να ρωτούμε τους επίδοξους ηγέτες «τι θεό πιστεύουν»; Αναμφίβολα, τόσο ένας άθεος όσο και ένας θρήσκος επίδοξος ηγέτης έχουν το ίδιο ακριβώς δικαίωμα διεκδίκησης των ανώτατων πολιτειακών αξιωμάτων. Οι κοσμοθεωρίες τους, όμως, δεν είναι «ατομικό δεδομένο». Αμφότεροι, έχουν υποχρέωση να ξεδιπλώσουν στους ψηφοφόρους την κοσμοθεωρία τους, να εξηγήσουν τις θέσεις τους απέναντι στα ζητήματα που αφορούν τις θρησκείες και κυρίως, επειδή υπάρχει πληθώρα αντιθετικών παραδοχών γι’ αυτό το καίριο ζήτημα, να εξηγήσουν τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το «κοσμικό κράτος» σε σχέση με την θρησκεία. Αυτό σε τελευταία ανάλυση είναι άμεση ανάγκη επειδή ορισμένοι φαίνεται ότι βάλθηκαν να μας πείσουν πως στην Ελλάδα θα υπάρξει αυτό που πουθενά δεν υπάρχει, δηλαδή εσωτερική διάσπαση της ελληνικής Πολιτείας, με σκοπό την μετατροπή της σε κατακερματισμένο «πολυπολιστισμικό κράτος», στο πλαίσιο του οποίοι οι μανιακοί υποστηρικτές φασιστοειδών «ιδεαλιστικών» δογμάτων θα μετατρέψουν την θρησκευτική πίστη σε θήραμα των διεστραμμένων κοσμοπολίτικων φαντασιώσεών τους. Συναφώς, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος θρήσκος ή θρησκευόμενος για να γνωρίζει ότι ο Διαφωτισμός δεν παρήγαγε μόνο τον Εμμανουήλ Καντ ή άλλους ανάλογης εμβέλειας στοχαστές αλλά και ακραίες αθεϊστικές παραδοχές οι οποίες ευθύνονται για «ιδεαλιστικές» ανωμαλίες όπως ο κομμουνιστικός αθεϊσμός, ο χιτλερικός αυταρχισμός και το «εταιρικό κράτος» στην διαδικασία ευρωπαϊκή ολοκλήρωσης, διαστροφή και παραλογισμός που εγκαταλείφθηκε βιαστικά την δεκαετία του 1960 μπροστά στην πείσμονα αντίσταση του ευρωπαϊκού εθνικού κράτους. Επειδή λοιπόν κάποιοι επιφυλλιδογράφοι στηριγμένοι στην εφήμερη επικοινωνιακή και αριθμητική τους υπεροχή βάλθηκαν να αποβλακώσουν την ελληνική κοινωνία ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Κατά πρώτον, το δυτικοευρωπαϊκό εθνικό κράτος αναδείχθηκε ως θεσμός στο πλαίσιο αγώνων πολιτικής κυριαρχίας των ευρωπαϊκών κοινωνιών κατά της Ρωμαιοκαθολικής αξίωσης ίδρυσης πανευρωπαϊκής θεοκρατικής πολιτείας. Σ’ αυτό οφείλεται ο «ανεξίθρησκος» χαρακτήρας του δυτικοευρωπαϊκού εθνικού κράτους και αυτό με κανένα τρόπο δεν υποδηλώνει πως οι κοινωνίες είναι άθρησκες. Αντίθετα με αυτές τις ιστορικές συνθήκες γένεσης του κράτους στην Ευρώπη, σ’ ανατολικά κράτη όπως η Ελλάδα, εκτός του ότι η επιβίωση των κοινωνιών τους οφείλεται, εν πολλοίς, στην θρησκευτική πίστη, οι ηγεσίες των Εκκλησιών κατά κανόνα ηγήθηκαν των αγώνων για ανεξαρτησία-ελευθερία ενάντια στις δυναστικές πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Κατά συνέπεια, ο διαμορφωτικός ρόλος της Εκκλησίας στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι ήταν βαθύτατα διαφορετικός: Στην Ευρώπη το κράτος κτίστηκε ενάντια στους εκκλησιαστικούς ηγέτες (και όχι βεβαίως ενάντια στην θρησκεία) και στην Ελλάδα το κράτος κτίστηκε σε συμμαχία με την Εκκλησία. Γι’ αυτό μόνο στα πλαίσια αγοραίων ή αστείων περιπαικτικών αναλύσεων μπορεί να συγκριθεί η έννοια του κοσμικού κράτους στην Δύση με το κοσμικό κράτος ανατολικών Πολιτειών όπως η Ελλάδα. Επιπλέον, για πολύ συγκεκριμένους λόγους, το κοσμικό κράτος ορθόδοξων κρατών όπως η Ελλάδα είναι για την Δυτική Ευρώπη παράδειγμα προς μίμηση. Η Ορθοδοξία είναι από μόνη της μια αντιρατσιστική, δημοκρατική και πλουραλιστική οικουμενική κοσμοθεωρία. Αυτό το ηθικοφιλοσοφικό υπόβαθρο και ο θεολογικός λόγος είναι βαθύτατα εμπεδωμένος στα ήθη και στα έθιμα του λαού αναπόφευκτα προσαρμόζει τις ηθικοκανονιστικές δομές του κοσμικού κράτους στις παραδόσεις της πολυπολιτισμικής-πολυθρησκευτικής συνύπαρξης με κοινωνικές ομάδες άλλων χριστιανικών δογμάτων και άλλων θρησκειών. Αυτό, σ’ αντίθεση με την Δύση, όχι μόνο δεν θέτει δίλημμα «Θεοκρατία ή κοσμικό κράτος» αλλά συνεισφέρει στην δημιουργία ενός βιώσιμου και ώριμου κοινωνικοπολιτικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος θρήσκος για να γνωρίζει ότι οι ηθικοφιλοσοφικές παραδοχές της Ορθοδοξίας είναι βαθύτατα αντιρατσιστικές, βαθύτατα πλουραλιστικές και εξ αντικειμένου προσαρμόσιμες σε κάθε (πολύ)πολιτισμικό περιβάλλον. Η κοινωνία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, παρά τις στοχαστικές επιρροές ανόητων και επιπόλαιων κοσμοπολίτικων ιδεολογημάτων είναι προικισμένη με αυτή την οικουμενική πολιτισμική-θρησκευτική κληρονομιά γεγονός που επιτρέπει βιώσιμες κοινωνικές ισορροπίες που πολλοί στην Δυτική Ευρώπη θα ζήλευαν. Αυτές τις ισορροπίες της ελληνικής κοινωνίας φαίνεται ότι κάποιοι άφρονες σκοπό έχουν να τις διαταράξουν όταν χλευάζουν τον θρησκευτικό και πολιτικό πολιτισμό μας και όταν μας καλούν να μιμηθούμε τα ιδεολογήματα ανώριμων κοινωνιών.
Κατά δεύτερον, την ηθικοφιλοσοφική ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας και άλλων ορθόδοξων κοινωνιών πολλοί θα την ζήλευαν. Μπορεί λόγω ενός ιστορικά ασθενούς και έξωθεν εξαρτημένου κράτους να υπάρχουν μύρια προβλήματα στην Ελλάδα αλλά αυτό δεν συγκρίνεται με την προβληματική εξέλιξη και διαμόρφωση του δυτικού κράτους. Αυτό καταμαρτυρείται από τις γενοκτονίες, τις εθνοκαθάρσεις και την διαχρονική ευρωστία των ρατσιστικών κομμάτων κατά τη διάρκεια της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Δεν χρειάζεται παρά να έχεις μάτια για δεις ότι οι εσωτερικές ισορροπίες μεταξύ του δυτικοευρωπαϊκού κράτους, των Εκκλησιών και καθ’ έκαστο κράτος κοινωνικού περίγυρου ήταν και συνεχίζουν να είναι εύθραυστες, ευάλωτες και συχνά επικίνδυνα υπερευαίσθητες στους μετανάστες, στις μειονότητες και στους ξένους. Άπειρα παραδείγματα της ύστερης ευρωπαϊκής ιστορίας επαληθεύουν αυτό το γεγονός, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση -η οποία ως ιδέα σκοπό είχε, ακριβώς, να αντιμετωπίσει αυτά τα υπαρκτά προβλήματα- ελάχιστα επηρέασε τις πιο πάνω εγγενείς υποβόσκουσες τάσεις. Μόνο μερικοί έλληνες άσχετοι και φανατικοί που πρωτοστάτησαν στην υπόθεση του αντιδημοκρατικού μέτρου υποχρεωτικής απάλειψης του θρησκεύματος από τις ταυτότητες των ελλήνων πολιτών, πιστεύουν πως στην Ευρώπη υπάρχει ένας θαυμαστός πολυπολιτισμικός πλουραλισμός και πως η ισορροπία κράτους-κοινωνίας των ευρωπαϊκών πολιτειών είναι ιστορικά δεδομένη, σταθερή και χωρίς προβλήματα. Με πιο απλά λόγια, ενώ ένας έλληνας ή σέρβος ελάχιστα ενοχλείται αν δίπλα του περνούν γυναίκες με μαντίλες, εβραίοι με σκουφάκια ή έλληνες με φουστανέλες, επειδή ο γάλλος στερείται πολυπολιτισμικών παραδόσεων δεν αποκλείεται να αντιδράσει νευρικά, σπασμωδικά και φανατικά. Αυτά είναι τα αίτια των πρόσφατων μέτρων της γαλλικής κυβέρνησης στα οποία αναφέρθηκε ο αρχηγός της Ελλαδικής Ορθόδοξης Εκκλησίας όταν -αν ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος μου επιτρέπει να διερμηνεύσω τις θέσεις του- στηλίτευσε τα μέτρα της γαλλικής κυβέρνησης κατά της μαντίλας. Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι στην Ευρώπη υποβόσκουν ισχυρές αποσταθεροποιητικές τάσεις που κατά καιρούς εκδηλώνονται ως ναζισμός, εθνικισμός-σοβινισμός και ξενοφοβία. Οι πρόσφατες αποφάσεις της γαλλικής πολιτείας, ακριβώς, αποτελούν χαρακτηριστική αμήχανη και σπασμωδική αντίδραση κατά της ύστερης όξυνσης της πολυπολυτισμικότητας στα ευρωπαϊκά κράτη την οποία, όπως δείχνουν οι συχνές αυξομειώσεις των ποσοστών των ρατσιστικών κομμάτων, δεν φαίνεται να αντέχουν οι ηθικοκανονιστικές δομές των εξ αντικειμένου ελάχιστα ανεκτικών ευρωπαϊκών κοινωνιών. Και είναι βαθιά νυχτωμένοι, αν επικίνδυνα αιθεροβάμονες, αν κάποιοι αφελείς κοσμοπολίτες νομίζουν ότι νομικίστικες αντιλήψεις του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι αντισταθμίζουν την κοινωνική ανωριμότητα, το έλλειμμα ηθικής και την ιδεολογική σύγχυση στην Ευρώπη.
Συνοψίζω: το πρόβλημα της Γαλλίας είναι κατά συνέπεια πολύ διαφορετικό απ’ ότι κάποιοι ισχυρίζονται: Η αύξηση της πολιτισμικής ανομοιογένειας σε συνδυασμό με το ιστορικό έλλειμμα παραδοχών πολυπολιτισμικής και πολυθρησκευτικής συμβίωσης κατά καιρούς προκαλεί κοινωνική νευρική κρίση και σπασμούς, φαινόμενα για τα οποία κάποιος πρέπει να θλίβεται και όχι να ζηλεύει. Είναι κατ’ ουσίαν ομολογία των προαναφερθέντων βαθύτατων αντιφάσεων και ανισορροπιών του σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους τις ασθενείς πολιτισμικές δομές του οποίου ζηλεύουν μερικά ελληνικά στοχαστικά υποπροϊόντα ακραίων-αθεϊστικών νεωτερικών ιδεολογημάτων. Υπονομεύουν έτσι, τις βαθύτατες, υγιείς, πλουραλιστικές και δημοκρατικές παραδοχές των Ελλήνων των οποίων βασικός φορέας και εκφραστής είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία. Μόνο στους φανατισμένους και πνευματικά υπανάπτυκτους μονόλογους των ελλήνων κοσμοπολιτών που εκκολάπτουν το αυγό του φιδιού του ύστερου νεοελληνικού φασισμού ακούονται αντίθετοι ισχυρισμοί, γεγονός που κάνει κάποιο να διερωτηθεί κατά πόσον βαθύτερος πόθος μερικών είναι ενδεχομένως άλλος: Η συνειδησιακή απονεύρωση των ελλήνων, η αποδυνάμωση του κοινωνικού φρονήματος και η κατεδάφιση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους ή η παντελής καθυπόταξή του σε κάποια ηγεμονία όπως με φανατισμό υποστηρίζουν τα ψοφοδεή κατάλοιπα της κοσμοπολίτικης αριστεράς, οι ηρακλειδείς δηλαδή του ασυνάρτητου αναρχοαριστερονεοφιλελεύθερου ιδεολογικού τέρατος που ευδοκιμεί και ανθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Η εφήμερη αριθμητική τους υπεροχή είναι και ο δείκτης της ύστερης στοχαστικής και πολιτικής παρακμής στην Ελλάδα!
Αν και μερικοί εθελοτυφλούν, δεν χρειάζεται κάποιος να είναι θρήσκος για να καταλάβει την σημασία της μεταφυσικής πίστης στην κοινωνικοπολιτική συγκρότηση όλων των κοινωνιών. Ανεξαρτήτως της κοινωνίας στην οποία αναφερόμαστε, ο αντιθρησκευτικός φανατισμός είναι αναχρονισμός και επικίνδυνη στάση που στην Ελλάδα άρχισε να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις. Σχεδόν όλοι οι πολίτες όλων των κοινωνιών είναι προικισμένοι με πνευματικό κόσμο του οποίου η πίστη στον θεό είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο μερικοί επιφανείς φιλόσοφοι των νεότερων χρόνων που αερολόγησαν περί του αντιθέτου βρίσκονται στο νεκροταφείο των ιδεών από το οποίο τα προαναφερθέντα ελληνικά στοχαστικά υποπροϊόντα τους αντλούν τα αυθαίρετα ιδεολογήματά τους. Σε οποιαδήποτε κοινωνία κι αν αναφερόμαστε, αν αμφισβητηθούν οι κρατούσες μεταφυσικές αντιλήψεις και εάν επιχειρηθούν αντιδημοκρατικές-τυραννικές για την πλειονότητα ηθικοκανονιστικές δομές αναπόδραστα θα προκληθούν κοινωνικές τριβές και θα αποδυναμωθεί η αναγκαία και μη εξαιρετέα εσωτερική πολιτική και κοινωνική ενότητα. Θα πρόσθετα ότι μπορεί κάποιοι επιφυλλιδογράφοι να αερολογούν ανεύθυνα αλλά οι πολιτικοί ηγέτες δεν έχουν την πολυτέλεια να «παίζουν με την φωτιά», δηλαδή με την πίστη των πολιτών, την νομιμοφροσύνη στην πατρίδα και τις πιστές στις παραδόσεις κοσμοθεωρίες των διαμορφωμένων κοινωνιών.
Κατά συνέπεια, κάθε πολιτικός ηγέτης που φιλοδοξεί να ηγηθεί μιας οποιασδήποτε κοινωνίας, είναι τίμιο και ορθό να δηλώνει δημοσίως, γενναία και ευθαρσώς εάν ο ίδιος είναι άθεος ή θρήσκος και να ξεδιπλώνει χωρίς αναστολές όλες τις πτυχές της ατομικής του κοσμοθεωρίας και των προσωπικών φιλοσοφικών παραδοχών. Είναι ορθολογιστικό, σ’ αυτό το πλαίσιο, να τοποθετείται με ακρίβεια και σαφήνεια για τον τρόπο με τον οποίο οι κρατούσες πνευματικές παραδοχές της κοινωνίας της οποίας φιλοδοξεί να ηγηθεί συνδέονται με την δική του αξίωση διακυβέρνησης της χώρας, με την σχεδιαζόμενη από αυτόν ή τους συνεργάτες του θέσπιση των νόμων που αφορούν την θρησκεία, την Εκκλησία και τις υπόλοιπες ηθικοκανονιστικές δομές της Πολιτείας. Αν και αναμφίβολα ο καθένας είναι ελεύθερος να είναι θρήσκος ή άθεος, η κοσμοθεωρητική, φιλοσοφική και ηθική διαμόρφωση του πολιτικού ηγέτη, με κανένα τρόπο δεν είναι προσωπική του υπόθεση και ασφαλώς είναι φυσιολογικό να του ζητείται να εκθέσει τις προσωπικές παραδοχές του στους ψηφοφόρους. Προσθέτω ότι οι θρησκευτικοί ηγέτες όλων των θρησκευτικών παραδοχών της Ελλάδας -τόσο της ορθόδοξης πλειονότητας όσο και των θρησκειών με μικρότερο ποίμνιο- όχι μόνο έχουν δικαίωμα αλλά επιπλέον έχουν υποχρέωση να ζητήσουν από τους επίδοξους ηγέτες να δώσουν εξηγήσεις για το πώς οι προσωπικές τους φιλοσοφικές παραδοχές σχετίζονται με συγκεκριμένα ζητήματα της διακυβέρνησης της χώρας. Αν μη τι άλλο, δεν έχουμε ανάγκη διαμάχης για «φουστανέλες» και «μαντίλες» που θα επαναλάβουν την πολιτική τραγωδία της αντιδημοκρατικής απαγόρευσης αναγραφής της θρησκευτικής πίστης στις ταυτότητες των πολιτών. Για όλους τους πιο πάνω και πολλούς άλλους λόγους οι επίδοξοι ηγέτες πρέπει να είναι «ανοικτό φιλοσοφικό τετράδιο», να ομολογούν αν είναι άθεοι, θρήσκοι ή ουδέτεροι και να εξηγούν τον τρόπο που οι προσωπικές μεταφυσικές πεποιθήσεις τους και οι προσωπικές κοσμοθεωρίες τους θα επηρεάσουν την διακυβέρνηση της χώρας. Αυτό ισχύει όλως ιδιαιτέρως αν η επικοινωνιακή δύναμη κάποιων υποψηφίων για τα ανώτατα αξιώματα επισκιάζει το πραγματικό ηθικοφιλοσοφικό τους περιεχόμενο και την πιθανή κρυφή ατζέντα αυτών και του περίγυρού τους που μελλοντικά θα μπορούσε να ματώσει την ελληνική κοινωνία.
Ο άθεος πολιτικός ηγέτης και η διακυβέρνηση της χώρας
Ο κοινωνικός ρόλος της θρησκείας και το νεκροταφείο των ιδεών
«Μαντίλες», ο Αρχιεπίσκοπος και το αυγό του φιδιού
Ρατσισμός και πολυπολιτισμικές κοινωνίες στην Ευρώπη
Θεοκρατία, γένεση του έθνους-κράτους και ορθοδοξία
Άθεος ηγέτης και κοσμικό κράτος
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)