Η κρίση του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα
Του Δρος Ν.Α.Καλογεροπούλου-Kaloy
Διατί το κοινοβουλευτικό σύστημα απέτυχε στην Ελλάδα; Θα υποστηρίξω την εξής θέση: Διότι ασκείται με «πολυκομματεία» κατά τρόπο που ο κλειστός ορίζοντας των Ειδικών Βουλήσεων αντιλαμβάνεται την πολιτική δράση ως πόλεμο εναντίον όλων των «άλλων» μέσα στο ίδιο το σώμα του ζωντανού οργανισμού που λέγεται «Πολιτεία». Δηλαδή, μέσα στον ευρύτερο κύκλο της Γενικής Βουλήσεως. Αλλά τούτο συνιστά αποδιοργάνωση της Πολιτείας με καταστροφή της εύρυθμης λειτουργίας του ζώντος οργανισμού. Κάθε ανθρώπινος ή ζωικός οργανισμός ζει υγιής μόνον όταν κάθε τμήμα του βρίσκεται εύρυθμα συντονισμένο με την γενική λειτουργία. Η καρδιά, το συκώτι, τα νεφρά είναι ειδικές βουλήσεις που δεν μπορούν να κρατηθούν στην ζωή όταν λειτουργούν χωρίς συντονισμό μεταξύ των λειτουργιών τους. Δεν θα επιζήσουν όταν το ένα μάχεται κατά του άλλου.
Και εδώ ερχόμαστε σε μία, για κάποιους, δυσνόητη άποψη του Πλάτωνος, όταν λέγει στην “Πολιτεία” «τα εαυτού πράττειν και μη πολυπραγμονείν» (433α). Πρέπει λοιπόν το κάθε όργανο της Πολιτείας, εμφανιζόμενο ως «κόμμα» με ένα πρόγραμμα και μια ιδεολογία, να πράττει τα αυτού, αλλά να μη παρεμποδίζει τα άλλα όργανα στην λειτουργία τους. Ο κοινοβουλευτισμός εφευρέθηκε στην Αγγλία το 1688 μετά την Glorious Revolution, σε απόπειρα προσαρμογής της Αθηναϊκής δημοκρατίας στις νέες συνθήκες ενός πολυπληθούς κράτους. Αναπτύσσει την λειτουργία πολλών κομμάτων που είναι «παρατάξεις» αντίστοιχων ειδικών βουλήσεων, ως αντιμαχόμενα και άνισα «όργανα» τα οποία βλάπτουν την ομαλή λειτουργία του όλου οργανισμού, δηλ. του συνόλου των πολιτών που απαρτίζουν την Πολιτεία. Ο Πλάτων, στους “Νόμους” λέγει ορθά «τοις γαρ ανίσοις τα ίσα άνισα γιγνοιτ’αν, ή μη τυγχάνοι του μέτρου» (757α).
Αυτήν την έλλειψη μέτρου καταδικάζει και ο Rousseau (“Κοινωνικό Συμβόλαιο”) με διαφορετικά λόγια που έχουν όμως το ίδιο νόημα. Ομιλεί για το «πνεύμα συγκαταβάσεως» (esprit de consentement) που θα συντονίζει τις ειδικές βουλήσεις μέσα στα πλαίσια της Γενικής Βουλήσεως. Γράφει:
«από τον μεγάλο αριθμό των μικρών διαφορών ακολουθεί πάντοτε η Γενική Βούληση...αλλά όταν δημιουργούνται επί μέρους ενώσεις εις βάρος της Μεγάλης, η βούληση κάθε μιας από αυτές γίνεται γενική σε σχέση με τα μέλη της αλλά είναι ειδική σε σχέση με το σύνολο...τέλος δε, όταν μία από αυτές γίνεται τόσο μεγάλη ώστε να επιβάλλεται στις άλλες, τότε δεν υπάρχει γενική Βούληση και η γνώμη που επικρατεί είναι μία ειδική γνώμη».
Αυτές οι γραμμές εκφράζουν την κύρια ασθένεια του κοινοβουλευτικού συστήματος. Το esprit de corps καθιστά το «κόμμα» ειδική βούληση «τόσο μεγάλη (αφού έχει γίνει κυβέρνηση) ώστε επιβάλλεται στις άλλες» οπότε δεν υπάρχει Γενική Βούληση και επικρατεί ένα ειδικό ιδεολόγημα που ρυθμίζει τα της Πολιτείας. Έτσι, μέσα στο κόμμα-κυβέρνηση, με την πλήρη εξουσία που δίνει, ως κατά συνθήκην ψεύδος, η κατά μία και μόνο ψήφο συμπτωματική «πλειοψηφία» (δηλ. 51%), τα άλλα μέλη του ιδίου οργανισμού (δηλ. το 49%), μένουν αδρανή ή καταπολεμούνται. Και ακόμη, μέσα σε αυτό το κόμμα-εξουσία, το κυβερνητικό σχήμα αποτελείται από διάφορους «υπουργούς» των οποίων η επιλογή πρέπει να γίνει μεταξύ των μελών του. Είναι δηλαδή επιλογή μεταξύ κομπάρσων ενός και μόνον θιάσου, όπου κριτήριο είναι η βαρύτης που ο καθένας έχει μόνον εντός των κόλπων της ειδικής βουλήσεως την οποίαν εκπροσωπεί το «κόμμα».
Παρατηρείται δηλ. το φαινόμενο όπου ένα πρόσωπο (άνδρας ή γυναίκα) ως κομματικό στέλεχος, γίνεται π.χ. Υπουργός Εξωτερικών χωρίς να έχει προηγουμένως τις ικανότητες που απαιτούνται για το Υπουργείο του. Το ίδιο επαναλαμβάνεται στα άλλα Υπουργεία, όπου ένας π.χ. Ιατρός, γίνεται Υπουργός «Ναυτιλίας» κ.ο.κ. Και εδώ έρχεται ακριβώς η σοβαρή κριτική που αναπτύσσει ο Πλάτων στην “Πολιτεία” όταν ομιλεί περί «Δικαιοσύνης».
Στην εξέταση της εννοίας της Δικαιοσύνης, ο σκοπός που απασχολεί τον Πλάτωνα (για τον οποίον η Αθηναϊκή δημοκρατία είναι «πόλεως νόσημα») είναι η «σωτηρία της πόλεως». Έτσι αρχίζει, στις πρώτες σελίδες, συζήτηση με φίλους στο σπίτι του Κεφάλου. Πρώτος όρος της δικαιοσύνης τίθεται το του Σιμωνίδου «τα αληθή λέγειν και τα οφειλόμενα εκάστω αποδιδόναι» (331ε). Ο Σωκράτης επεμβαίνει με την διόρθωση «το προσήκον ωνόμασεν οφειλόμενον». Ουσιώδης διόρθωση. Διότι δεν αρκεί να «οφείλεις» σε κάποιον για να αποδώσεις, όταν αυτός «δεν το αξίζει» - πρώτη έμφαση στην αξιοκρατία που θέτει τον κανόνα επιλογής προσώπων. Το βάρος τίθεται στο «προσήκον». Έτσι εισάγεται η έννοια «οικειοπραγία» ως ουσία της δικαιοσύνης, πάντα σε αναφορά για την «σωτηρία της πόλεως:
«Και μην ότι γε το τα αυτού πράττειν και μη πολυπραγμονείν δικαιοσύνη εστί...ή του οικείου τε και εαυτού έξις τε και πράξις δικαιοσύνη αν ομολογείται».(433α)
Αυτό λοιπόν που είναι οικείο, κτήμα του εαυτού του και έχει καταστεί έξις και πράξις! Το αντίθετο χαρακτηρίζεται ως «μάλιστα κακουργία». Είναι η σύνθετη πολιτική αρετή και με αυτήν την έννοια ο Αριστοτέλης ορίζει ότι «τας αρετάς λαμβάνομεν ενεργήσαντες πρότερον», Όταν λοιπόν, για να επανέλθουμε στα σημερινά, το Υπουργείον ανατίθεται σε έναν, ή μίαν, «υπουργόν» που δεν έχει γνώσιν αλλά και «έξιν τε και πράξιν», τούτο, σε σχέση με την «σωτηρία της πόλεως» δηλ. με την Γενική Βούληση, είναι κατά τον Πλάτωνα «μάλιστα κακουργία». Τις είδαμε όλες αυτές τις κακουργίες να παρελαύνουν στην σύγχρονη πολιτική Ιστορία μας με «υπουργούς» τελείως άσχετους με τα δρώμενα. Με άλλους λόγους, υπάρχει μια ανασταλτική «ανελευθερία» στον Ηγέτη αφού είναι «υποχρεωμένος» να τοποθετεί τον κατάλληλο άνθρωπο στην κατάλληλη θέση. Και υπάρχει μία ενδογενής «ανελευθερία» στην ιδιότητα του Ηγέτη όταν, και αυτός ο ίδιος, δεν έχει «έξιν και πράξιν» στην ικανότητα επιλογής του ανθρώπου που έχει «έξιν και πράξιν» στην εργασία που του ανατίθεται!
Με αυτά, το κοινοβουλευτικό σύστημα, έτσι όπως έχει εκφυλισθεί μέσα στα πλαίσια της πολυκομματείας «προσαγορεύοιτο αν κακουργία» όταν Ηγέτης και μέλη της κυβερνήσεως χαρακτηρίζονται από «πολυπραγμοσύνην». Υπάρχει πρωτογενής και a priori ανελευθερία, περιορισμός από τους κανόνες της πολιτικής αρετής προς όφελος της Πολιτείας, κατά την σύσταση μιας κυβερνήσεως. Είναι συνεπώς επιπολαία η κριτική του Popper (“The Open Society and its Enemies”) όταν λέγει ότι, αν η ανελευθερία είναι η ουσία της δικαιοσύνης, τότε αυτός προτιμά την ...αδικία! Όλα αυτά, οι λαοί, στους οποίους η μακρά πείρα, ως έξις και πράξις, έχει θεμελιώσει την σοφία του υποσυνειδήτου, έχουν εκφράσει με απλές φράσεις, όπως «μην ανακατεύεσαι όταν δεν ξέρεις» ή «μην απλώνεις τα πόδια σου πέραν από την κουβέρτα». Εκφράσεις, που συνιστούν άλλωστε και το υπόβαθρο του οικονομικο-κοινωνικού φαινομένου του «καταμερισμού της εργασίας». Πρόκειται για περιπτώσεις, όπου η «ανελευθερία» αυτή είναι σοφή εντολή. Και ακόμη, όταν ο Πλάτων λέγει ότι «τα δεινά αυτού του κόσμου θα εκλείψουν μόνον όταν «οι φιλόσοφοι βασιλεύσουν ή οι βασιλείς φιλοσοφήσουν», βλέπουμε από τα προηγούμενα τι έννοεί. Όχι βέβαια ότι πρέπει να δώσουμε την εξουσία στους ...καθηγητές της φιλοσοφίας (!) ή στους «πανεπιστημιακούς» (ψευτο)-οικονομολόγους(!). Εννοεί ότι «φιλόσοφος» (άνδρας ή γυναίκα, βλ. 540γ) είναι ο «τα αυτού πράττων και μη πολυπραγμονών...και ταύτη άρα πη η του οικείου τε και εαυτού έξις τε και πράξις δικαιοσύνη αν ομολογείτο» και «βασιλέας είναι τους εν φιλοσοφία τε και προς πόλεμον γεγονότας αρίστους»(543α).
Όλα αυτά οδηγούν στην σκέψη ότι το κοινοβουλευτικό πολίτευμα απέτυχε, διότι (α), όπως είπε ο Rousseau, η «ειδική βούλησις γίνεται μεν γενική ως προς τα μέλη της, αλλά ειδική σε σχέση με το σύνολο της κοινωνίας», (β) όπως ανέλυσε ο Πλάτων, «όταν δημιουργός ων ή τις άλλος χρηματιστής φύσει, έπειτα επαιρόμενος ή πλούτω ή πλήθει ή ισχύι ή άλλω τω τοιούτω, εις το του πολεμικού είδος επιχειρεί ιέναι...ανάξιος ών... τότε οίμαι και σοι δοκείν ταύτην την τούτων μεταβολήν και πολυπραγμοσύνην όλεθρον είναι τη πόλει». Ποία η λύσις; Αλλά είναι απλό! Η κυβέρνησις Εθνικής Ενότητος, υπό τον όρον ότι επιβάλλεται ως μόνιμος τρόπος διακυβερνήσεως με Συνταγματική Επιταγή που επιβάλλει περιοριστικά (δηλ. ανελεύθερα!) το esprit de consentement του Rousseau και την πολιτική δικαιοσύνη του Πλάτωνος για το καλό της Πολιτείας. (Πβ. το βιβλίο μου «Οι ασθένειες της δημοκρατίας και η Πολιτική Μεταρρύθμισις»).
Τρίτη 24 Νοεμβριου 2009,
Πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου του μηνιαίου περιοδικού «Ηλιαία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου